ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ

www.primarymusic.gr  Ένωση Εκπαιδευτικών Μουσικής Αγωγής Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης.
www.peemde.gr  Πανελλήνια Ένωση Εκπαιδευτικών Μουσικής Δημόσιας Εκπαίδευσης.
www.mmb.org.gr  Μεγάλη Μουσική Βιβλιοθήκη της Ελλάδας –Λίλιαν Βουδούρη.
www.music.gr/games.asp  Site γενικό και για όλα τα είδη μουσικής.
www.byzantine-musics.com  Η ελληνική σελίδα για την Βυζαντινή μουσική.
www.classicalmusic.gr  Η κλασική μουσική στην Ελλάδα.
www.musicportal.gr  Ελληνική Μουσική Πύλη.

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΚΛΑΣΣΙΚΑ ΜΟΥΣΙΚΑ ΚΟΜΜΑΤΙΑ

  • *   Σερτζεϊ Προκόφιεφ:  «Πέτρος και Λύκος»
  • *   Τσαϊκόφσκι: «Λίμνη των Κύκνων», «Καρυοθραύστης», «Η ωραία κοιμωμένη»
  • *   Σεν Σανς: «Καρναβάλι των ζώων»
  • *   Βιβάλντι: «4 εποχές», «η καρδερίνα»
  • *   Χατσατουριάν: «χορός των σπαθιών»
  • *   Μότσαρτ: «το κυνήγι», «Συμφωνία του Διός»
  • *   Μπετόβεν: «Υπό το σεληνόφως»
  • *   Σούμαν: «Παιδικές σκηνές»
  • *   Σούμπερτ: «Η πέστροφα»
  • *   Στραους: «η νυχτερίδα», «αεικίνητο»
  • *   Βάγκνερ: «Ιπτάμενος Ολλανδός», «Βαdλκυρία»
  • *   Ντεμπισί: «Παιδική γωνιά», «Εικόνες»
  • *   Κ. Ορφ: «O fortuna»
  • *   Μπιζέ: «Παιδικά παιχνίδια», «Η ωραία κόρη του Περθ», «Κάρμεν»
  • *   Ρίμσκι Κόρσακοφ: «Ο χρυσός πετεινός»

Βιβλιογραφία

  •   «Οδηγός Νηπιαγωγού» του Υπ. Παιδείας και του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, ΟΕΔΒ
  •    Ν. Ταφταρίδη «Αυτοσχέδια μουσικά όργανα -κατασκευές»,
    Εκδ.
    Ορφέας, Αθήνα 1995
  •    Α. Χαραλάμπους «Το παιδικό τραγούδι»,
    Εκδ.
    Gutenberg, Αθήνα 1994,
  •    Α. Χαραλάμπους «Μουσική αφύπνιση»,
    Εκδ.
    Ατραπός
  •    Α. Χαραλάμπους «Μουσικά Παιχνίδια»,
    Εκδ.
    Ατραπός, Αθήνα 2001
  •    Α. Χαραλάμπους «Τραγουδώ και Παίζω»,
    Εκδ. Φ. Νάκα, Αθήνα 2000
  •    Α. Χαραλάμπους «Μουσικοπαιδαγωγικά»,
    Εκδ. Φ. Νάκα, Αθήνα 2000
  •    Μ. Κ. Φλάμπουρα «Τραγουδώ και γυμνάζομαι»,
    Εκδ.
    Ερμής, 1973
  •    Ger. Storms «100 Μουσικά Παιχνίδια»,
    Μτφρ.
    Τόμλπλερ, Εκδ. Ορφέας, Αθήνα 1996
  •    Α. Παπαζάρη «Διαθεματικές δραστηριότητες με άξονα τη Μουσική»,
    Εκδ.
    Δίπτυχο, Αθήνα 2003
  •     Α. Barbour-B. Perrotta «Δραστηριότητες για την υποστήριξη της δραματοποίησης στο νηπιαγωγείο», επιμ. Φ. Χανή, Εκδ. Σαββάλα 2004
  •    Λένια Σέργη «Δημιουργική Μουσική Αγωγή για τα παιδιά μας»,
    Εκδόσεις
    GUTENBERG 2000
  •    Naomi Benari  “Inner rhythm-dance for the deaf”
    Hardwood academic publishers 1995
  • M. Holtmann «Das große Buch der Kinderspiele», Wortspiel Verlag, Bayreuth 2005
 

ΝΟΗΜΑΤΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

Οι περισσότεροι άνθρωποι, που δεν έχουν προσωπικές ή κοινωνικές επαφές με κωφούς, έχουν την τάση να πιστεύουν ότι οι νοηματικές γλώσσες είναι ένα είδος παντομίμας ή αναπαράστασης κάποιας από τις φωνούμενες γλώσσες που μιλάνε οι ίδιοι. Η αλήθεια όμως είναι πολύ διαφορετική από την ευρέως διαδεδομένη αυτή αντίληψη. Είναι η φυσική Γλώσσα των Κωφών. Ταιριάζει με την οπτική φύση των Κωφών, με την «δυνατότητα να βλέπουν» (Κουρμπέτης, 1999). Ικανοποιεί την ανάγκη των κωφών για αμφίδρομη και αποτελεσματική επικοινωνία. Είναι οπτική γλώσσα και όχι ακουστική. Στην Ελλάδα η φυσική γλώσσα των Κωφών είναι η Ελληνική Νοηματική Γλώσσα (Ε.Ν.Γ.). Αυτό σημαίνει ότι κάθε χώρα και εθνική κοινότητα Κωφών έχει τη δική της Νοηματική Γλώσσα, γιατί οι γλώσσες δημιουργούνται και εξελίσσονται για την κάλυψη των επικοινωνιακών αναγκών μιας κοινότητας. Αυτή η κοινότητα έχει μια ταυτότητα και μια ιστορία που πολλές φορές ταυτίζεται με τη γλώσσα που χρησιμοποιεί.

Μερικές Νοηματικές Γλώσσες χρησιμοποιούνται σε περισσότερες από μία χώρες, όπως συμβαίνει και με τις ομιλούμενες γλώσσες. Η Ελληνική Νοηματική Γλώσσα χρησιμοποιείται και στην Κύπρο, με διαλεκτικές όμως διαφορές, και η Αμερικάνικη Ν.Γ. χρησιμοποιείται και στον Καναδά. Υπάρχει μία γλώσσα που ονομάζεται Διεθνής Νοηματική Γλώσσα και χρησιμοποιείται από πολλούς Κωφούς σε διεθνείς συναντήσεις, όπου δεν υπάρχει διερμηνέας για την εθνική γλώσσα των Κωφών που συμμετέχουν ή σε συναντήσεις Κωφών που δεν έχουν κοινή γνώση μίας νοηματικής γλώσσας. Πρόκειται για μια σχετικά απλοποιημένη γλώσσα, που βασίζεται σ’ ένα διεθνές λεξιλόγιο, παντομίμα και άτυπες επιτόπιες συμφωνίες για τη σημασία ενός νοήματος.

Τα γλωσσικά μέσα που χρησιμοποιεί η ΕΝΓ (όπως και οι άλλες νοηματικές γλώσσες) για να διατυπώσει τις έννοιες και για να δημιουργήσει μορφολογία και σύνταξη, βασίζονται στην κίνηση των χεριών, στην στάση ή στην κίνηση του σώματος, και στην έκφραση του προσώπου. Οι βασικές μονάδες του λόγου (τις οποίες η επιστήμη της γλωσσολογίας ονομάζει γλωσσικά σημεία) της ΕΝΓ ονομάζονται νοήματα. Τα νοήματα μπορούν να έχουν λεξική ή γραμματική σημασία, ακριβώς όπως τα μορφήματα και οι λέξεις στις φυσικές γλώσσες.

Τα νοήματα δεν πρέπει να συγχέονται με το δακτυλικό αλφάβητο, το οποίο είναι απλώς ένας τρόπος μεταγραφής του ελληνικού αλφαβήτου. Οι νοηματιστές, ως φυσικοί ομιλητές της ΕΝΓ, χρησιμοποιούν το δακτυλικό αλφάβητο με δύο τρόπους: είτε για να αποδώσουν τα ακρώνυμα και τα κύρια ονόματα, είτε για να σχηματίσουν νοήματα στα οποία τα στοιχεία του δακτυλικού αλφαβήτου χρησιμοποιούνται ως χειρομορφές. Για παράδειγμα, το νόημα που σημαίνει "κοινωνία" σχηματίζεται από το "κ" του δακτυλικού αλφαβήτου σε συνδυασμό με κίνηση.

Το χαρακτηριστικότερο συστατικό ενός νοήματος λέγεται χειρομορφή. Η χειρομορφή είναι το σχήμα που παίρνει η παλάμη και η θέση στην οποία τοποθετούνται τα δάκτυλα τη στιγμή που αρχίζει να σχηματίζεται ένα νόημα. Η ίδια η χειρομορφή όμως από μόνη της δεν είναι φορέας σημασίας. Για να αποκτήσει σημασία, για να δημιουργηθεί δηλαδή ένα νόημα, η χειρομορφή πρέπει να συνοδεύεται και από τα παρακάτω στοιχεία:

- Τον "προσανατολισμό" της παλάμης, δηλαδή την κατεύθυνση προς την οποία στρέφεται η χειρομορφή κατά το σχηματισμό του νοήματος: ο δείκτης που δείχνει προς τα πάνω ή στρέφεται προς τα δεξιά αποτελεί τμήμα διαφορετικών νοημάτων.

- Τη θέση της χειρομορφής στο χώρο ή επάνω στο σώμα: τα νοήματα παράγονται σε καθορισμένο χώρο που λέγεται χώρος νοηματισμού. Ο χώρος αυτός αντιστοιχεί περίπου σε ένα τετράγωνο που ορίζεται από την κορυφή της κεφαλής ως τον άνω κορμό και εκτείνεται σε 20-30 εκατοστά δεξιά και αριστερά από τα μπράτσα. Αν χρησιμοποιήσουμε μία χειρομορφή έξω από το χώρο αυτό, π.χ. με τα μπράτσα κρεμασμένα δίπλα στο σώμα, το αποτέλεσμα δεν είναι αναγνωρίσιμο ως νόημα.

- Την κίνηση του χεριού, χωρίς την οποία δεν μπορεί να ολοκληρωθεί ένα νόημα: ο δείκτης που δείχνει προς τα πάνω ή στρέφεται προς τα δεξιά χωρίς να κινείται δεν είναι ολοκληρωμένο νόημα, δεν αντιστοιχεί δηλαδή σε ορισμένη σημασία. Εκτός από τη συμμετοχή της στο σχηματισμό του νοήματος, η κίνηση μπορεί να είναι και φορέας άλλων σημασιών, για παράδειγμα να δηλώνει τον αριθμό (ενικό ή πληθυντικό), το μέγεθος ενός αντικειμένου (μικρότερο ή μεγαλύτερο), ακόμα και τη συχνότητα μίας ενέργειας.

- Την στάση (ή κίνηση) του σώματος και/ή την έκφραση του προσώπου, που αποτελούν επίσης συστατικά του νοήματος με την έννοια ότι λειτουργούν για να μεταφέρουν πληροφορία όπως αυτή που δηλώνεται από τον τόνο της φωνής στις ομιλούμενες γλώσσες. Για παράδειγμα, η έννοια του μέλλοντος διατυπώνεται στην ΕΝΓ συνδυάζοντας το νόημα με μία ελαφρά κλίση του σώματος προς τα εμπρός.

Το έργο ΝΟΗΜΑ

Το έργο ΝΟΗΜΑ (ΕΠΕΤ ΙΙ, Μέτρο 2.3, Δράση: Ειδική Δράση Ανάπτυξης Τεχνολογιών Υποστήριξης Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες - ΑΜΕΑ) υλοποιήθηκε με συνεργασία των παρακάτω φορέων: Ινστιτούτο Επεξεργασίας του Λόγου (ΙΕΛ), Ομοσπονδία Κωφών Ελλάδος (ΟΜΚΕ), Εθνικό Ίδρυμα Κωφών (ΕΙΚ), Εκδόσεις Καστανιώτης, NETCOM Ε.Π.Ε. Το έργο είχε ως αντικείμενο την καταγραφή και επεξεργασία πρωτότυπου γλωσσικού και πολιτισμικού υλικού από την ΕΝΓ, με τελικό στόχο την ανάπτυξη εκπαιδευτικών προϊόντων σε ηλεκτρονική μορφή.

Πιο συγκεκριμένα, οι εργασίες επικεντρώθηκαν: α) στην συλλογή αυθεντικού γλωσσικού υλικού από την ΕΝΓ και β) στην λεξιλογική ανάλυσή του. Δόθηκε ιδιαίτερη σημασία στην αξιοποίηση των τεχνολογιών που παρέχουν τη δυνατότητα δημιουργίας πολυμεσικών προϊόντων, ιδιαίτερα στην βιντεοσκόπηση του υλικού που προτείνεται για διδασκαλία.
Τελικός στόχος ήταν η έκδοση προϊόντων κατάλληλων για τις διδακτικές και μαθησιακές ανάγκες των χρηστών της ΕΝΓ, που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν είτε από ομάδες σε χώρους διδασκαλίας είτε από μεμονωμένους χρήστες στο σπίτι. Από τα προϊόντα-αποτελέσματα του έργου, παρουσιάζουμε παρακάτω τα δύο λεξικά που εκδόθηκαν σε CD-ROM και DVD-ROM.


Το παιδικό λεξικό του έργου ΝΟΗΜΑ


Το παιδικό λεξικό του έργου ΝΟΗΜΑ περιέχει 500 εικονογραφημένες λέξεις της ΕΝΓ. Απευθύνεται σε παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας τα οποία μπορεί να είναι ακούοντα (κωφών γονέων) ή κωφά (κωφών ή ακουόντων γονέων). Τα λήμματα είναι απλές λέξεις καθημερινής χρήσης, ταξινομημένα σύμφωνα με τις χειρομορφές της ΕΝΓ. Όλα τα λήμματα διαθέτουν μετάφραση στα νέα ελληνικά και μεταγραφή στο ελληνικό δακτυλικό αλφάβητο (ΕΔΑ).
           
Τα σκίτσα και οι φωτογραφίες που συνοδεύουν τα λήμματα απευθύνονται ειδικά στους νεαρούς χρήστες του λεξικού, που συχνά καταφεύγουν στην αναζήτηση λέξεων ξεκινώντας από το φωτογραφικό υλικό. Το λεξικό συνοδεύεται από το παιχνίδι Λεξιπλάστης, το οποίο επιτρέπει στον χρήστη να ελέγχει και να εμπλουτίζει τις γνώσεις του σχηματίζοντας λέξεις. Το σημαντικότερο όμως ρόλο στο λεξικό αυτό παίζουν οι βιντεοσκοπημένες λέξεις της ΕΝΓ, η εκμάθηση των οποίων αποτελεί και τον τελικό εκπαιδευτικό στόχο του προγράμματος.

                       
Τα κωφάλαλα παιδιά ‘βλέπουν’ τη μουσική, νιώθουν τον ρυθμό. Έχουν συνηθίσει να βλέπουν ως σύνολο το καθετί (με τις χειρομορφές), σε αντίθεση με εμάς που χρειαζόμαστε μια σειρά από λέξεις για να καταλάβουμε την έννοια. Η δημιουργικότητα όλων αναπτύσσεται σε 3 στάδια: τη βιωματική αναπαράσταση (πχ ας γίνουμε λαγοί), την εικονική αναπαράσταση [από 7 ετών] (πχ ας κινηθούμε σαν το λαγό), και τέλος τη συμβολική [από 11 ετών] (πχ ας υιοθετήσουμε στοιχεία της συμπεριφοράς του λαγού). Στα κωφάλαλα παιδιά η δημιουργικότητα βρίσκεται στο βιωματικό στάδιο ανάπτυξης, ακόμη κι όταν χρονολογικά θα έπρεπε να βρίσκονται στο συμβολικό. Η ανάπτυξη της γλώσσας (όχι μόνο ομιλούμενης) είναι επίσης πολύ σημαντική. Η νόηση του ατόμου αναπτύσσεται καθώς κατακτά τη γλώσσα κι επικοινωνεί με αυτήν. Επειδή στα κωφά παιδιά η διάγνωση γίνεται αργά (στο σχολείο), περνούν τα χρόνια της προσχολικής ηλικίας χωρίς επικοινωνία, χωρίς κάποια μορφή γλώσσας. Επιπλέον πολλοί γονείς δεν μαθαίνουν τη Νοηματική, κι έτσι το κωφάλαλο παιδί δεν έχει τρόπους να επικοινωνεί και να εκφράζεται.

Καταλαβαίνουμε απ’ αυτό πόσο σημαντικό είναι να μπορέσει να εκφράζεται με εναλλακτικούς τρόπους, εκείνους που του προσφέρει η αισθητική αγωγή και ιδιαίτερα η μουσική και η κίνηση. Όλοι αρέσκονται στο να κινούνται, τα παιδιά αυτά πολύ περισσότερο έχουν ανάγκη την αυτοέκφραση και την ψυχαγωγία, την αντίληψη του χώρου και του σώματός του που κινείται σ’ αυτόν, την ισορροπία και τη συνεργασία με τα άλλα παιδιά, που τους προσφέρει η μουσική και η κίνηση (χορός). Δεν είναι λοιπόν αδύνατο να μάθουν μουσική τα κωφάλαλα παιδιά, είναι ζητούμενο.

Η παιδαγωγός ακολουθεί συγκεκριμένα στάδια. Πρώτα συνηθίζει τα παιδιά στο να συγκεντρώνονται και να την παρακολουθούν για λίγο διάστημα χωρίς να διασπάται η προσοχή τους. Αυτό το πετυχαίνει με το παιχνίδι ‘κοίτα με’ όπου καλούνται να την κοιτάζουν προσεκτικά για λίγο. Σε δεύτερο στάδιο τα παιδιά τρέχουν προς την κατεύθυνση που δείχνει με το χέρι της. Μετά χτυπούν το τυμπανάκι μέχρι να τους κάνει σήμα να σταματήσουν, ώστε να αντιληφθούν το ‘παίζω-σταματάω’. Στη συνέχεια βάζει η παιδαγωγός μουσική, όχι βέβαια για να την ακούσουν, αλλά για να τη νιώσουν ακουμπώντας το χέρι τους στο ηχείο. Αντιλαμβάνονται την ένταση όταν νιώθουν το ηχείο να τραντάζεται περισσότερο καθώς η παιδαγωγός δυναμώνει τη μουσική. Με το να αισθανθούν τον παλμό της μουσικής αναπτύσσουν και τον εσωτερικό ρυθμό, τη ‘μυική μνήμη’ κατά τον Dalcroze. Έλεγε πως το σώμα μας θυμάται τις κινήσεις του χορού, και το μυϊκό μας σύστημα που έχει δικό του ρυθμό κι αναπτύσσεται με την επανάληψη των χορευτικών ασκήσεων, συνηθίζει να χορεύει. Νιώθει τη μουσική και το ρυθμό χωρίς την εμπλοκή του αυτιού.

ΜΟΥΣΙΚΟΘΕΡΑΠΕΙΑ

Η επαφή μας με τον ρυθμό είναι εμπειρία προγενετική. Ο ρυθμός φαίνεται πως είναι η πρώτη εμπειρία των αισθήσεων του εμβρύου μέσα στον μικρόκοσμο της μήτρας. Μέσα από τους αρτηριακούς παλμούς του μητρικού κυκλοφοριακού συστήματος το έμβρυο αισθάνεται τους ρυθμούς που προέρχονται από το εσωτερικό του σώματος της μητέρας, όπως τον ρυθμό της καρδιάς, της αναπνοής, κ.λπ. Η ολοκληρωτική αυτή σύνδεση αποτελεί ένα είδος πρωταρχικής αρμονίας, ευάλωτης σε κάθε συγκινησιακή ή οργανική διαταραχή της μητέρας, που κινδυνεύει να κλονισθεί ιδιαίτερα κατά την εμπειρία του τοκετού. Αλλά και μετά τη γέννηση, οι περισσότερες μητέρες, συνήθως χωρίς να το συνειδητοποιούν, κρατούν τα μωρά τους στο αριστερό μέρος του κορμιού. Eτσι τα βρέφη ακούν τους κτύπους της καρδιάς και οι φόβοι τους γίνονται πιο ανεκτοί.

Αλλά και μετά τη γέννηση, οι πρώτες ηχητικές εμπειρίες του νεογέννητου με βασικό σηματοδότη συνήθως τη φωνή της μητέρας, φθάνουν στο παιδί σαν προγλωσσικά σήματα επικοινωνίας. Αυτή η συνεχής επαφή με τις οικείες φωνές του περιβάλλοντος δημιουργεί στο βρέφος την πρώτη προστατευτική εμπειρία παρουσίας, ανθρώπινης ζεστασιάς και ασφάλειας, επιτρέποντάς του να αναπτύξει ένα συναισθηματικό και αισθητικό ενδιαφέρον για τον εξωτερικό κόσμο που με αυτόν τον τρόπο του φαίνεται λιγότερο επικίνδυνος. Σ' αυτήν την τόσο κρίσιμη περίοδο, το κωφό παιδί αποκτά τα χαρακτηριστικά του κωφάλαλου γιατί δεν ακούει ούτε την ηχώ της φωνής του ούτε τις απαντήσεις στα μηνύματα που στέλνει.

Γεννάται, φυσικά, το ερώτημα, αν και τι μπορεί να προσφέρει η μουσική σε περίπτωση κώφωσης. Η απάντηση της επιστήμης είναι θετική. Σε περίπτωση παντελούς έλλειψης ακοής το ακουστικό αίσθημα αντικαθίσταται από το απτικό· ο παλμός της χορδής ενός εγχόρδου οργάνου, η δόνηση της μεμβράνης ενός τυμπάνου, η παλλόμενη επιφάνεια ενός πνευστού, σε συνδυασμό με τις οπτικές παραστάσεις των οργάνων, των μουσικών συμβόλων, των ζωγραφικών παραστάσεων του μουσικού κειμένου, όπως επίσης σε συνδυασμό με τις κινητικές παραστάσεις και τον χορό, υποκαθιστούν τον ήχο και δεν αποκλείουν το «μουσικό» βίωμα. Αλλά και σε περιπτώσεις βαρύτατων παθολογικών καταστάσεων, παιδιών χωρίς ουδεμία αισθητηριακή πρόσβαση στο περιβάλλον, η παλμική δόνηση ενός οργάνου που έρχεται σε επαφή με το σώμα τους (τα οστά του κρανίου), αρκεί πολλές φορές για να ξυπνήσει τα «κοιμισμένα» νευρικά και εγκεφαλικά κύτταρα. Αυτή η πρώτη αφύπνιση μπορεί να φέρει μια αρχικά ισχνή σύνδεση και επικοινωνία με το περιβάλλον, αλλά ιδιαίτερα αναγκαία για την περαιτέρω θεραπευτική αγωγή και βελτίωση της κατάστασης.      
           
Μουσικοθεραπεία, είναι λοιπόν μια μέθοδος θεραπείας η οποία χρησιμοποιεί τη μουσική για να βοηθήσει τους ασθενείς (πελάτες) να αντεπεξέλθουν στις δυσκολίες που συναντούν στη ζωή τους. Εφαρμόζεται κυρίως –όχι αποκλειστικά- στη διάγνωση και θεραπεία παιδιών και ενηλίκων με αισθητηριακές, φυσικές και μαθησιακές δυσκολίες, ψυχικές ασθένειες, συναισθηματικές και συμπεριφοριστικές διαταραχές και νευρολογικά προβλήματα. Οι στόχοι της μουσικοθεραπείας δεν είναι μουσικοί·είναι θεραπευτικοί. Μέσω δημιουργικών μουσικών δραστηριοτήτων και ακροάσεων, προκύπτουν συγκεκριμένα οφέλη για τους πελάτες. Είναι μια μέθοδος αγωγής όπου χρησιμοποιείται ζωντανή, κυρίως αυτοσχεδιαζόμενη μουσική, για την επίτευξη διαφόρων θεραπευτικών σκοπών. Αυτισμός, μαθησιακές δυσκολίες, γεροντική άνοια, φυσικές αναπηρίες, σχιζοφρένεια και κατάθλιψη είναι, μεταξύ άλλων, καταστάσεις θεαματικής επίδρασης στη ζωή ανθρώπων απ’ όλα τα κοινωνικά στρώματα, από βρέφη, παιδιά, ενήλικες έως ηλικιωμένους. Η μουσικοθεραπεία είναι σχετικά μια νέα Επιστήμη η οποία έχει αναπτυχθεί τα τελευταία πενήντα χρόνια και όταν εφαρμοσθεί μέσα σ’ ένα συγκεκριμένο πλαίσιο από έναν εκπαιδευμένο μουσικοθεραπευτή, έχει βρεθεί ότι προσφέρει θετικά αποτελέσματα σε περιπτώσεις όπως οι παραπάνω.

Η επιστήμη της Εξελικτικής Ψυχολογίας της Μουσικής, εξετάζει πάλι την πορεία από τη γέννηση ως την εφηβεία αλλά εστιάζει σε θέματα που αφορούν στην Μουσική Ανάπτυξη. Με εργαλεία το Σύστημα Orff και μουσικά παιχνίδια, ηχοϊστορίες, μουσικοκινητικούς αυτοσχεδιασμούς, ηχοεμπειρίες κ.ά., ο μουσικοθεραπευτής προσπαθεί να αποκαταστήσει το αναπτυξιακό παρελθόν ατόμων (κυρίως παιδιών), με μαθησιακά, σωματικά ή ψυχικά προβλήματα, εξελικτικής ανάπτυξης.

            Σύμφωνα με την Θ. Ευαγγελοπούλου (Ψυχολόγο – Ακουστικο-ψυχο-φωνολόγο), τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στο αυτί μας και στη φωνή, και, κατ' επέκταση, ανάμεσα στην ακρόαση και στην επικοινωνία, πραγματεύτηκε ένας Γάλλος γιατρός, ωτορινολαρρυγγολόγο φωνίατρο και νευρο-ωτολόγος, ο Αλφρέντ Τοματίς.  Αυτός ίδρυσε το 1950 τη μέθοδο της Ακουστικο-ψυχο-φωνολογίας.

Είναι μια παιδαγωγική της ακρόασης, με την έννοια ότι μαθαίνει στο άτομο πώς να ξυπνήσει μέσα του η επιθυμία επικοινωνίας, μαθαίνοντάς του πώς να χρησιμοποιεί το ακουστικό του σύστημα με το μέγιστο της απόδοσης. Το «ηλεκτρονικό αυτί» ή αλλιώς προσομοιωτής ακρόασης λειτουργεί ως ιδανικό ανθρώπινο αυτί και επανεκπαιδεύει οστεομυϊκά το αυτί μας. Η ηχοθεραπευτική ακουστική εξάσκηση είναι πολύ αποτελεσματική στα άτομα (παιδιά - εφήβους - ενήλικες) που υποφέρουν από διαταραχές στη συγκέντρωση προσοχής, από προβλήματα δυσλειτουργίας ακουστικής αγωγιμότητας, από μαθησιακές δυσκολίες και δυσλεξία, από δυσλειτουργία λόγου-ομιλίας και γλωσσικής ανάπτυξης, από στρες, άγχος, εντάσεις και κατάθλιψη και από αισθητηριακές δυσλειτουργίες. Είναι αποτελεσματική γενικώς σε άτομα που επιθυμούν να εξασκήσουν το αυτί τους, που υποφέρουν από προβλήματα μνήμης και συγκέντρωσης, από προβλήματα οργάνωσης και παραγωγικότητας, από προβλήματα στη λειτουργία και στη λεκτική έκφραση, από προβλήματα στην αυτοεκτίμηση και στην συναισθηματική ολοκλήρωση, από προβλήματα στη στάση του σώματος, στην ισορροπία του σώματος και στον συντονισμό κινήσεων, από προβλήματα στη φωνή και στο τραγούδι, γενικά στη μουσικότητα. Εκτός από αισθητήριο όργανο της ακοής, το αυτί ελέγχει και συντονίζει τις διάχυτες και λεπτές κινήσεις του σώματος, τη στάση, την ισορροπία, την εικόνα του σώματος.

ΜΟΥΣΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ‎ > ‎ ΦΡΕΙΔΕΡΙΚΟΣ ΣΟΠΕΝ (1810-1849)

Γεννήθηκε κοντά στη Βαρσοβία της Πολωνίας το 1810 και πέθανε σε ηλικία μόλις 39 ετών στο Παρίσι. Από πολύ μικρή ηλικία έδειξε ιδιαίτερη κλίση στη μουσική και επιτηδειότητα στο πιάνο. Εξελίχθηκε σε εξαίρετο καλλιτέχνη και δεξιοτέχνη του πιάνου και έγινε πλήρως αποδεκτός από τη Γαλλική αριστοκρατία. Χαρακτηρίστηκε σαν ‘ποιητής του πιάνου’ και σαν ‘η ψυχή του πιάνου’. Η έννοια ‘εκτελεστής’ επισκίασε αυτή του δημιουργού-ερμηνευτή. Σαν δημιουργός ξεχωρίζει από το ύφος όλων των συγχρόνων του ακόμη και από τα πρώτα του έργα. Διαθέτει προσωπικό ύφος και δεν ανήκει σε καμιά σχολή. Έγραψε μικρά κυρίως κομμάτια. Χαρακτηριστικά η δεύτερη σονάτα του περιέχει το περίφημο «πένθιμο εμβατήριο». Ανήκει στο ρομαντισμό και το ύφος του είναι ονειροπόλο. Τον εσωτερικό του κόσμο γνώρισε καλύτερα η διάσημη μυθιστοριογράφος Γεωργία Σανδή που έμεινε κοντά του ως το τέλος του. Αν και πέθανε στο Παρίσι, η ψυχή του όπως φαίνεται και στο έργο του, έμεινε προσκολλημένη στην ταλαιπωρημένη από διάφορους κατακτητές Πολωνία. Η δεξιοτεχνία του απαιτεί εκφραστικά στολίδια (αρπίσματα, τρίλλιες κ.α), η βαθιά εσωτερικότητά του απαιτεί πλούσιες διαβαθμίσεις και η ποιητική ψυχή του απαιτεί ποιητική εκφραστικότητα στο πιάνο. Μέσα από αυτά τα στοιχεία διακρίνουμε ψήγματα που προμηνύουν τον ιμπρεσιονισμό. Το 1838 πηγαίνει στη Μαγιόρκα για θεραπεία από το πνευμονικό νόσημα που τον ταλαιπωρούσε. Προσωρινά η υγεία του βελτιώνεται και συνεχίζει τις συναυλίες του στο Λονδίνο και τη Σκοτία. Επιστρέφει εξασθενημένος στο Παρίσι όπου και πεθαίνει το 1849.

ΜΟΥΣΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ‎ > ‎ ΤΣΑΪΚΟΦΣΚΙ 1840 - 1893

ΣΟΥΙΤΑ ΚΑΡΥΟΘΡΑΥΣΤΗΣ

Ο ΧΟΡΟΣ ΤΗΣ ΝΕΡΑΙΔΑΣ ΑΠΟ ΖΑΧΑΡΩΤΟ
Ο ήχος της τσελέστας  - νέο μέλος για την ορχήστρα εκείνης της εποχής - ανακαλεί τέλεια τη νεραϊδένια ατμόσφαιρα με την κουδουνιστή αυτή μελωδία, επιτείνοντας σε βάθος και έκταση την όλη μαγική διάθεση.

ΤΟ ΒΑΛΣ ΤΩΝ ΛΟΥΛΟΥΔΙΩΝ
Η μουσική αρχίζει διστακτικά, με διογκωμένα γκλισάντι της άρπας, που επικαλείται ευγενικά την εντύπωση των λουλουδιών, που ανοίγουν σε πλήρη άνθηση.

Η μελαγχολική αλλά επιφυλακτική μελωδία, απ’ τα κόρνα αντισταθμίζεται απ’ τα ελαφρύτερα ξύλινα πνευστά, ενώ η εσκεμμένα καθυστερημένη είσοδος των εγχόρδων, επιτείνει την κορύφωση της αναμονής της βασικής μελωδίας. Όταν αυτή τελικά έρχεται, η δύναμή της μας καταλαμβάνει εξολοκλήρου. Η όλη εικονογραφημένη  διάθεση ολοκληρώνεται με τα τσέλα ν’ αναλαμβάνουν μια δευτερεύουσα μελωδία και με τα φλάουτα που μιμούνται την κατάδυση των πουλιών, αποδυναμώνοντας τη συναισθηματική φόρτιση του σημείου. Τέλος, η ορχήστρα αποδίδει το θέμα με πλήρη εορταστική ορμή προτού φέρει τη σουίτα μπαλέτου - και τη μαγική περιπέτεια στο Βασίλειο των Ζαχαρωτών - στο κλείσιμό της.

ΤΟ ΕΡΓΟ: Η Σουίτα «Καρυοθραύστης», μας ταξιδεύει στο πιο εμπνευσμένο και φανταχτερό τοπίο που θα μπορούσαμε να φανταστούμε - στο Βασίλειο των Ζαχαρωτών - όπου οι νιφάδες του χιονιού χορεύουν και τα βουνά αναβλύζουν μέλι!

Είναι παραμονή Χριστουγέννων και η Κλάρα παίρνει για δώρο έναν παράξενο παλιό καρυοθραύστη, με ρυτιδιασμένο, ανθρώπινο πρόσωπο. Αργά εκείνη τη νύχτα, γλιστρά κρυφά στο κάτω δωμάτιο να ψάξει τον καρυοθραύστη της, για να βρει τα μολυβένια στρατιωτάκια να πολεμούν ενάντια στα ποντίκια που τα οδηγεί ο σκληρός βασιλιάς τους, με τα πολλά κεφάλια. Η  Κλάρα διώχνει με γενναιότητα τα ποντίκια κι εκδηλώνει την αγάπη της για τον Καρυοθραύστη, ελευθερώνοντάς τον έτσι απ’ τα μάγια και μεταμορφώνοντάς τον ξανά σε έναν όμορφο πρίγκιπα. Εκείνος τότε παίρνει την Κλάρα για να την παντρευτεί στο μαγικό κόσμο των Ζαχαρωτών.


Το μουσικό παραμύθι «ο Πέτρος και ο λύκος» σε κείμενο του ίδιου του Προκόφιεφ, πρωτοπαρουσιάστηκε στη Μόσχα το 1936. Δεν είναι το μοναδικό έργο για παιδιά που γράφει ο συνθέτης. Είναι ένα παραμύθι που αποσκοπεί να μυήσει το παιδί στα όργανα της ορχήστρας. Πρόκειται για μια μουσική εικονογραφημένη ιστορία, όπου οι ήρωες προσωποποιούνται μέσω ενός ή περισσοτέρων οργάνων.

Το φλάουτο εκπροσωπεί το πουλί, το όμποε την πάπια, το κλαρίνο τη γάτα, το φαγκότο τον αυστηρό παππού, τρία κόρνα παίζουν τον λύκο, τα έγχορδα όλα μαζί τον Πέτρο, τα ξύλινα πνευστά τους κυνηγούς, τα τύμπανα και η γκρανκάσα βροντούν σαν τις τουφεκιές τους.

Περίληψη:  Ένα μικρό αγόρι, ο Πέτρος, μια μέρα ανοίγει την πόρτα του κήπου και βγαίνει στο λιβάδι, παρά την απαγόρευση του παππού του. Εκεί είναι ο φίλος του, το πουλάκι, που τιτιβίζει χαρούμενα. Η πάπια βρίσκοντας ανοιχτή την πόρτα του κήπου βγαίνει κι εκείνη στο λιβάδι και πηγαίνει στη λιμνούλα. Στη συνέχεια έρχεται η γάτα. Τότε βγαίνει θυμωμένος ο παππούς, παίρνει τον Πέτρο μέσα στον κήπο και κλειδώνει την πόρτα. Ξαφνικά παρουσιάζεται ο κακός λύκος από το δάσος. Το πουλάκι και η γάτα πάνω στα δέντρα διασώζονται, η πάπια όμως καταλήγει στο στομάχι του. Ο Πέτρος σκαρφαλώνει στον τοίχο και ανεβαίνει σε ένα κλαδί και βοηθούμενος από το πουλάκι πιάνει το λύκο με ένα σχοινί από την ουρά. Την ίδια στιγμή βγαίνουν από το δάσος οι κυνηγοί πυροβολώντας (είχαν ακολουθήσει το λύκο). Ο Πέτρος τους φωνάζει να σταματήσουν και να πάνε τον λύκο στον ζωολογικό κήπο. Στο τέλος όλοι μαζί σε πομπή οδηγούν το λύκο στον ζωολογικό κήπο.

Παιδαγωγική αξία: Με αυτή τη μουσική ιστορία τα παιδιά προσεγγίζουν τα όργανα της ορχήστρας, τις διαφορές τους όσον αφορά το ηχόχρωμα,  το τονικό ύψος, τη δυνατότητά τους να αποδώσουν με διαφορετικό ξεχωριστό τρόπο διάφορα στοιχεία της μουσικής πχ την ένταση. Παράλληλα μαθαίνουν να υπακούουν στους μεγαλύτερούς τους γιατί διαφορετικά κινδυνεύουν. Δίκαια διερωτάται ο παππούς ‘τι θα γινόταν εάν ο Πέτρος δεν έπιανε το λύκο’. Μαθαίνουν επίσης ότι η συλλογική προσπάθεια έχει καλύτερα αποτελέσματα, όπως του Πέτρου που έπιασε το λύκο μαζί με το πουλάκι, ενώ το ποθούμενο ήταν να παύσουν να κινδυνεύουν από το λύκο κι όχι να τον εξοντώσουν, εξού και η θριαμβευτική πομπή προς τον ζωολογικό κήπο (σεβασμός στη ζωή).

Πορεία διδασκαλίας: Πρώτα παρουσιάζουμε τους χαρακτήρες της ιστορίας με τα ιδιαίτερα μουσικά τους μοτίβα και εικόνες των οργάνων που την εκτελούν. Έπειτα έχουμε ακρόαση όλου του έργου, πιθανή παρουσίαση των εικόνων των οργάνων όταν παρουσιάζονται οι διάφοροι χαρακτήρες. Μετά δραματοποιούμε την ιστορία: τα παιδιά κινούνται σύμφωνα με την αφήγηση και τα μουσικά μοτίβα. Στην αρχή όλα τα παιδιά μιμούνται τον κάθε χαρακτήρα. Σε ένα επόμενο στάδιο είναι δυνατόν να γίνει επιλογή χαρακτήρων και να έχουμε μια τελική δραματική παρουσίαση του έργου με τους χαρακτήρες και τις διάφορες σκηνές που παρουσιάζονται στην πλοκή του.

ΜΟΥΣΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ‎ > ‎ ΑNTONIO VIVALDI (1678 - 1741 )

ΟΙ 4 ΕΠΟΧΕΣ

Κοντσέρτα για σόλο βιολί και ορχήστρα εγχόρδων, συν «basso continuo», δηλ. όργανο ή τσέμπαλο που έπαιζε μια συνεχή μουσική γραμμή, συνεχές βάσιμο, και βοηθούσε τα μέλη της ορχήστρας να συντονίζονται μια και ακόμα δεν υπήρχαν διευθυντές ορχήστρας. Ο υπότιτλος που έδωσε στα έργα αυτά ο ίδιος ο Βιβάλντι ήταν: «Διαγωνισμός ανάμεσα στην Αρμονία και την Επινόηση». Κάθε κοντσέρτο συνοδευόταν κι από πληροφορίες σχετικές με το σκηνικό και τα συμβάντα που περιγράφει η μουσική.

ΟΙ 4 ΕΠΟΧΕΣ ανήκουν στα έργα προγραμματικής μουσικής όπου ο συνθέτης προσπαθεί, μέσω των ηχοχρωμάτων των οργάνων της ορχήστρας, να μας πει μια ιστορία, ή να μας «ζωγραφίσει» μουσικά μια εικόνα, ή να μας αποδώσει ένα ποίημα, μια ιδέα, κ.τ.λ. Κάθε κοντσέρτο αποτελείται από τρία μέρη.

ΑΝΟΙΞΗ

«Η άνοιξη έφτασε και τα πουλιά την καλωσορίζουν τραγουδώντας», γράφει ο ίδιος ο Βιβάλντι. Το εναρκτήριο ALLEGRO (γρήγορο, χαρούμενο), του 1ου μέρους διαθέτει μια δροσερή και χαρούμενη μελωδία. Τα βιολιά, με τρίλιες, μιμούνται το κελάηδισμα των πουλιών. Κάποιες φράσεις φέρνουν στο νου ένα ρυάκι και μια απαλή, ανοιξιάτικη αύρα, ενώ ένα σθεναρό τρέμολο και οι γρήγορες κλίμακες απ’ τα έγχορδα υποδηλώνουν μια καταιγίδα.

Το 2ο μέρος, LARGO (πλατύ), είναι μια μακριά, τρυφερή μελωδία για σόλο βιολί με συνοδεία εγχόρδων. Ζωγραφίζει κυριολεκτικά την ειρηνική σκηνή ενός βοσκού με το σκύλο του, που μισοκοιμάται κάτω από μερικά δέντρα.

Σε αντίθεση, το 3ο μέρος, ALLEGRO, είναι ένας «Χωριάτικος χορός».


ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ

Το καλοκαίρι για τον Βιβάλντι, είναι μια εποχή πνιγηρής, τυραννικής ζέστης, με διαλείμματα καταιγίδας. Το 1ο μέρος, allegro non molto, υποβάλλει μια οκνηρή διάθεση κάτω απ’ τον καυτό ήλιο. Αυτό ακολουθείται από υπομνήσεις κελαηδίσματος πουλιών και από πιο ανήσυχα σημεία καθώς σηκώνεται αέρας.

Στο 2ο μέρος, adagio (αργά), ο ύπνος ενός νεαρού βοσκού στη φύση ταράζεται από μια αστραπή, αλλά κι από σμήνη κουνουπιών και μυγών.

Η καταιγίδα τελικά, ξεσπάει στο 3ο μέρος, presto (πολύ γρήγορο). Καταρρακτώδης βροχή και χαλάζι μαστιγώνουν τα χωράφια και λυγίζουν το καλαμπόκι.


ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ

Οι χωρικοί γιορτάζουν το θερισμό με πιοτό και χορούς, όπως φαίνεται κι απ’ τη χαρούμενη μελωδία του εναρκτήριου allegro του 1ου μέρους.

Ένα αργό τμήμα υποβάλλει την εικόνα των χωρικών που αποκοιμιούνται και το όλο μέρος τελειώνει και πάλι με το χορό.

Το 2ο μέρος, adagio, βρίσκει όλους να παραδίδονται σ’ έναν γλυκό ύπνο μετά το ξέφρενο πανηγύρι, συνοδευόμενο απ’ το τσέμπαλο.

Στο 3ο μέρος, allegro, η μουσική απεικονίζει έναν κυνηγό. Οι γρήγορες φράσεις στο βιολί, περιγράφουν τον πανικό του φοβισμένου θηράματος μέχρι την επιστροφή στο θέμα του κυνηγού.


ΧΕΙΜΩΝΑΣ

Η αρχή του 1ου μέρους, allegro, υποβάλλει το παγωμένο χιόνι και το παγερό κρύο. Όταν αρχίζει ο σολίστ, ακούγεται σαν τον παγερό άνεμο ενώ το τρέμολο των εγχόρδων απεικονίζει ανθρώπους που τρέμουν απ’ το κρύο και χτυπούν τα πόδια στη γη για να ζεσταθούν.

Η μελωδία του 2ου μέρους, largo, με συνοδεία pizzicato, υπονοεί τη ζεστασιά και τη θαλπωρή δίπλα στο τζάκι.

Στο τελικό 3ο μέρος, allegro, οι άνθρωποι προσπαθούν να βαδίσουν και μερικές φορές γλιστρούν στον πάγο. Τα γρήγορα σημεία θυμίζουν τον παγωμένο άνεμο μαζί με το τρέμολο που δίνει κι ένα δραματικό τέλος.

ΜΟΥΣΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ‎ > ‎ SAINT SAENS 1835 - 1921

ΤΟ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙ  ΤΩΝ  ΖΩΩΝ



Πρόκειται για μια σατιρική και διασκεδαστική σουίτα που έγραψε ο Σεν Σάνς για τον εαυτό του και τους φίλους του αποκλειστικά. Ο ίδιος δεν επέτρεψε να παιχθεί δημόσια το έργο του όσο ζούσε, γι’ αυτό το καρναβάλι των ζώων εκδόθηκε 30 χρόνια μετά το θάνατο του συνθέτη. Το «Καρναβάλι των ζώων» έχει υπότιτλο «Μεγάλη ζωολογική φαντασία», γράφτηκε το 1886, εκτελείται από ορχήστρα και 2 πιάνα και αποτελείται από 14 μέρη. Ο συνθέτης λαμβάνοντας υπόψη του τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε ζώου, παρουσιάζει σχεδόν σε καθένα από τα μέρη του έργου του και ένα διαφορετικό ζώο, χρησιμοποιώντας το ρυθμό, τη μελωδία και τη χροιά των διαφόρων μουσικών οργάνων. Τα μέτρα που χρησιμοποιεί είναι τα 4/4 για τα τετράποδα, τα 2/4 για τα δίποδα και τα ¾ για όσα τους αρέσει το βαλς.

1) ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΒΑΣΙΛΙΚΟ ΕΜΒΑΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΛΙΟΝΤΑΡΙΟΥ
Οι συγχορδίες του πιάνου και οι αναδυόμενες φράσεις των εγχόρδων, ορίζουν την εισαγωγή. Καθώς η μουσική ζωηρεύει, η έξαψη εντείνεται μέχρι που όλα σταματούν απότομα απ’ την ορχήστρα. Τα πιάνα παίζουν μια ρυθμική φανφάρα και μια αργή μελωδία των εγχόρδων αναγγέλλει τελικά, την άφιξη του λιονταριού. Ακούγεται ακόμη κι ο φοβερός βρυχηθμός του, χαμηλά στα πιάνα και αργότερα στα έγχορδα.

2) ΟΡΝΙΘΕΣ ΚΑΙ ΠΕΤΕΙΝΟΙ
Οι κότες κακαρίζουν χαρούμενα θορυβώντας και σκαλίζοντας σε ψηλό τόνο και συμπληρώνουν το ηχηρό λάλημα του κόκορα στο πιάνο και ψηλά στο κλαρινέτο.

3) ΗΜΙΟΝΟΙ
Οι γρήγορες, ορμητικές κλίμακες του πιάνου μιμούνται τον άμουσο μόχθο του ερασιτέχνη πιανίστα.

4) ΧΕΛΩΝΕΣ
Κάνουν την εμφάνισή τους  με μια αργή μελωδία στο κόντρα μπάσο.

5) ΕΛΕΦΑΝΤΑΣ
Το καημένο πλάσμα πασχίζει να χορέψει στα στροβιλίσματα ενός βαλς, επίσης απ’ τα μπάσα.

6) ΤΑ ΚΑΓΚΟΥΡΟ
Πηδηχτοί, αλυσιδωτοί ρυθμοί αναγγέλλουν την είσοδό τους.

7) ΕΝΥΔΡΕΙΟ
Υδάτινες ριπές στο πιάνο υποστηρίζουν μια λυρική μελωδία στο βιολί και το φλάουτο.

 ΠΡΟΣΩΠΑ ΜΕ ΜΕΓΑΛΑ ΑΥΤΙΑ
Ακούγονται τα μουγκανητά και το ξεφυσητό του γαιδάρου.

9) Ο ΚΟΥΚΟΣ ΣΤΟ ΠΥΚΝΟ ΔΑΣΟΣ
Το κλαρινέτο αποδίδει το ήρεμο τραγούδι του κούκου ενώ οι συγχορδίες του πιάνου κινούνται ήσυχα γύρω του δημιουργώντας την γαλήνη του δάσους.

10) ΠΕΡΙΣΤΕΡΩΝΑΣ
Τα πουλιά εμφανίζονται με γρήγορα τρέμολο των εγχόρδων που παρέχουν το υπόστρωμα για τη φλύαρη μελωδία του φλάουτου.

11) ΠΙΑΝΙΣΤΕΣ
Δύο φανταστικά ζώα με δύο χέρια εξασκούνται στις απέραντα πληκτικές τους κλίμακες.


12) ΑΠΟΛΙΘΩΜΑΤΑ
Το ξυλόφωνο μας μεταφέρει στον οστεώδη κόσμο των απολιθωμάτων, με μελωδίες από παιδικά και δημοτικά τραγούδια.

13) Ο ΚΥΚΝΟΣ
Η ρέουσα μελωδία αντανακλά τέλεια την ευγενική κίνηση του κύκνου στα γαλήνια νερά, παιγμένη απ’ τον «τραγουδιστή της ορχήστρας», το τσέλο. Η κυματιστή, σαν νερό, συνοδεία του πιάνου συμπληρώνει την ειδυλλιακή εικόνα.

14) ΦΙΝΑΛΕ
Μπορεί να διακρίνει κανείς, μερικούς απ’ τους χαρακτήρες να υποκλίνονται στο κοινό!

Παιδαγωγική αξία: Με αυτό το παραμύθι τα παιδιά προσεγγίζουν τα όργανα της ορχήστρας αντιλαμβανόμενα την διαφορετικότητά τους στα χαρακτηριστικά του ήχου: ύψος, χροιά, ένταση. Έτσι αναπτύσσουν την ενεργητική ακοή, αναγνωρίζοντας τα όργανα σε συνδυασμό με τα διάφορα ζώα. Παράλληλα συνειδητοποιούν τις κινητικές, και όχι μόνο, διαφορές των ζώων. Το έργο διακρίνεται για το χιούμορ του, τη λεπτή ειρωνεία, και τον αυτοσαρκασμό. Μέσα από αυτή την αντιμετώπιση, τα παιδιά μπορούν να αναπτύξουν την κρίση τους και να ποικίλουν τον τρόπο έκφρασής τους.

ΜΟΥΣΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ‎ > ‎ MOZART 1756 - 1791

ΜΙΚΡΗ ΝΥΧΤΕΡΙΝΗ ΜΟΥΣΙΚΗ

Το κομμάτι αυτό αποτελεί το καλύτερο παράδειγμα συναισθηματικής γαλήνης και ελαφράδας, που χαρακτηρίζει άλλωστε πολλά έργα του Μότσαρτ.

Γράφτηκε ως βραδινό ψυχαγωγικό έργο και συγκεκριμένα για μετά το δείπνο, με καταπραϋντικό χαρακτήρα και γι’ αυτό αποφεύγει την έκπληξη των ηχηρών εκρήξεων της μουσικής.

Το πρώτο μέρος, allegro, ξεκινά με μια φανφάρα εγχόρδων που οδηγεί αμέσως σε μια ρέουσα μελωδία του βιολιού. Μια σύντομη παύση προετοιμάζει το έδαφος για το ευγενικότερο δεύτερο θέμα. Μια εναρκτήρια μουσική επαναλαμβάνεται και η φανφάρα επιστρέφει, οδηγώντας τη μουσική σ’ ένα διαφορετικό και παράξενο τόνο. Αυτό δεν διαρκεί εντούτοις πολύ, και η εναρκτήρια μουσική επιστρέφει στον γνωστό τόνο.

Ο τίτλος του δεύτερου μέρους, romanza, υποδηλώνει αμέσως τη χαλαρή δομή του κομματιού. Τα έγχορδα εισάγουν την εναρκτήρια μελωδία κι έπειτα μια νέα ιδέα εισάγεται. Μετά την επιστροφή στην πρώτη μελωδία μια ξαφνική μεταβολή της διάθεσης εισάγει ένα ντουέτο ανάμεσα στο βιολί και το τσέλο κι εδώ εμφανίζεται μια αγωνιώδης μελωδία. Η εναρκτήρια μουσική επιστρέφει μια ακόμη  φορά και οδηγεί το κομμάτι, σε μια ήσυχη κατάληξη.

Το εκπληκτικό menuetto e trio, το τρίτο μέρος, προσφέρει μια πλήρη αντίθεση. Το πρώτο βιολί καθοδηγεί σ’ όλη τη διάρκεια κι η μουσική ρέει καθώς το τσέλο και το κόντρα μπάσο ακολουθούν τις μελωδίες.

Στο τελικό, γρήγορο μέρος, το rondo allegro, τα βιολιά αρχίζουν με ένα θέμα παρόμοιο με τη φανφάρα του πρώτου μέρους. Με μια δεύτερη μελωδία που εμφανίζεται, διακρίνεται ένα ευδιάκριτο αίσθημα απροσδόκητου. Αλλά γρήγορα, αναγνωρίσιμες μελωδίες  επιστρέφουν και στα τελικά μέτρα οι μελωδίες μοιράζονται σ’ όλα τα όργανα.


ΠΑΡΑΜΥΘΙ –ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ

Πριν από πολλάαα πολλά χρόνια, το 1756, σε μια χώρα μακρινή που τη λένε Αυστρία, γεννήθηκε ένα αγοράκι που το λέγανε Βόλφγκανγκ Αμαντέους. Τόσο δύσκολο όνομα του έδωσαν οι γονείς του! Αλλά έτσι βλέπετε, φωνάζουν τα παιδιά τους σ’ αυτή τη χώρα, την Αυστρία. Το επώνυμό του ήτανε.. Μότσαρτ. Δύσκολο και το επώνυμό του; Για να το πούμε όλοι μαζί… Λοιπόν ο μπαμπάς του ήταν ο Λεοπόλδος. Ήταν παιδαγωγός και συνθέτης. Έπαιζε βιολί. (ευκαιρία να μιλήσουμε στα παιδιά για το βιολί, να ακούσουμε τον ήχο του, να το δούμε σε φωτογραφίες κλπ). Ο Λεοπόλδος λοιπόν έμαθε στον μικρό Μότσαρτ μουσική. Κι ο μικρός είχε ταλέντο στη μουσική, τόσο που όταν ήταν 6 χρονων, έκανε ταξίδια (Μόναχο, Βιέννη), κι έδινε συναυλίες. Ήταν τόσο ταλαντούχος που όλοι τον θαύμαζαν…

Συνέχεια βιογραφίας:
1763-1765: Ρεσιτάλ σε Βρυξέλλες, Παρίσι, Λονδίνο, Άμσταρνταμ, Ζυρίχη. 
1769-1772: Ρεσιτάλ στο Μιλάνο
1775: Απόκριες ανεβάζει στο Μόναχο την όπερα «Λα Φίντα Τζαρτινιέρα» και μετά στο Σάλτσμπουργκ την όπερα «Ιλ Ρεπαστόρε»
1777: Ρεσιτάλ στο Μάνχαϊμ και στο Παρίσι
1778: επιστροφή στο Σάλτσμπουργκ
1781: Ανεβαίνει στο Μόναχο η όπερα «Ιδομενέας». Διακόπτει τη συνεργασία του με τον Αρχιεπίσκοπο του Σάλτσμπουργκ κι αποφασίζει να συνεχίσει σαν ανεξάρτητος συνθέτης στη Βιέννη
1782: Βιέννη, ανεβάζει την όπερα «οι γάμοι του Φιγκαρό»
1787: Πράγα, όπερα «Δον Ζουάν»
1788: Εκτελούνται οι 3 μεγάλες συμφωνίες του «Διός»
1789: Ταξιδεύει στο Βερολίνο
Τα τελευταία του έργα είναι οι όπερες «έτσι κάνουν όλες», «η μεγαλοψυχία του Τίτου» και ο «μαγικός αυλός». Τέλος, το 1781 μια πένθιμη λειτουργία το γνωστό «Ρέκβιεμ».
Ο Μότσαρτ έγραφε μουσική πολύ εύκολα και απομνημόνευε πολύ γρήγορα. Στο έργο του εκφράζονται όλες οι τάσεις της μουσικής του 18ου αιώνα (κλασσική εποχή), αφομοιωμένες σε ένα προσωπικό και ανεπανάληπτο ύφος. Πέθανε στη Βιέννη το 1791, πάμφτωχος σε ηλικία μόλις 35 ετών.

ΜΟΥΣΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ‎ > ‎ Carl Orff (1895 – 1982)

είναι γνωστός στο ελληνικό κοινό κυρίως από τα «Carmina Burana». Είναι επίσης παγκόσμια γνωστός από το σύστημα Μουσικοκινητικής Αγωγής που δημιούργησε μαζί με την χοροπαιδαγωγό Dorothee Günther. Γενιές μικρών και μεγάλων σ’ όλο τον κόσμο εξοικειώθηκαν με τη μουσική μέσα από τη κίνηση, το λόγο, τον αυτοσχεδιασμό, την προσωπική δημιουργία, την αυτενέργεια και το παιχνίδι.

 Στην Ελλάδα το Σύστημα  Orff εισήγαγε η γνωστή καθηγήτρια Ρυθμικής Πολυξένη Ματεϋ, πρώην μαθήτρια του Orff στη Σχολή Günther.  Επί έξι δεκαετίες δίδαξε παιδιά, γονείς και δασκάλους αποδεικνύοντας με τη σειρά της πως ή ένωση μουσικής, λόγου και κίνησης μπορεί να γίνει τρόπος ζωής και πως η εκπαίδευση οφείλει να προσανατολιστεί στον άνθρωπο με κρίση, δημιουργικότητα και φαντασία.

Όταν μια ιδέα είναι ζωντανή εξελίσσεται διατηρώντας τις αξίες της και αφομοιώνοντας τις αλλαγές των χρόνων. Αυτό συμβαίνει γιατί βασίζεται στις πρωταρχικές ανάγκες του ανθρώπου. Αυτό συμβαίνει γιατί πρόκειται για μια βαθύτερα υπαρκτή πηγή γνώσης την οποία απλά έχουμε ξεχάσει, και την οποία να ξαναανακαλύψουμε είναι χαρά μας.

Η ιδέα της «Στοιχειακής Μουσικής και Κινητικής Αγωγής» όπως την ονόμασε ο ίδιος ο Carl Orff, σκοπεύει να κάνει τον άνθρωπο να νοιώσει ότι η μουσική και η κίνηση είναι βασικά στοιχεία της ζωής του. Αρχικός στόχος του ήταν η ενιαία διδασκαλία μουσικής και κίνησης. Με κεντρικό άξονα τον ρυθμό σε αυτή την ενότητα δεν θα μπορούσε να απουσιάζει ο λόγος.

Η παιδαγωγική που εκφράζεται από αυτή την ιδέα στηρίζεται στη βιωματική – επικοινωνιακή διδασκαλία και στην αδιαίρετη ενότητα των μορφών της τέχνης.

Με την μίμηση, τον αυτοσχεδιασμό, την εξερεύνηση και τον πειραματισμό το Σύστημα Orff οδηγεί στην απελευθέρωση των δημιουργικών ικανοτήτων του ανθρώπου ακολουθώντας τη σύγχρονη μορφή εκπαίδευσης. Δημιουργεί τις κατάλληλες συνθήκες για την ανάπτυξη τις κοινωνικής αγωγής μέσα από την ομάδα, χρησιμοποιώντας διαφορετικά  σχήματα  ( υποομάδες, ζευγάρια , άτομο) όπως και διαφορετικούς ρόλους μέσα σε αυτά.

Οι παιδαγωγικές αρχές του Carl Orff και η υπευθυνότητα, ευρηματικότητα και φαντασία του κάθε μουσικοπαιδαγωγού της Μουσικοκινητικής Αγωγής είναι τα θεμέλια για την προετοιμασία και ανάπτυξη ανθρώπων που θ’ αντιμετωπίζουν με ωριμότητα και άποψη τις ραγδαίες εξελίξεις των καιρών.

Η ιδέα Orff στο πέρασμα των χρόνων αγκαλιάστηκε από τον κάθε λαό και αφομοίωσε τα δικά του πολιτισμικά στοιχεία τιμώντας την εθνική του ταυτότητα. Η συνείδηση και ο σεβασμός της δικής μας ιστορίας και πολιτισμού οδηγούν στη γνώση και αποδοχή και των άλλων πολιτισμών και εν τέλη στη πραγμάτωση μιας παγκόσμιας κοινωνίας όπου η κάθε εθνότητα θα κρατάει αδιάβλητο τον τοπικό της χαρακτήρα και τον πολιτισμικό της πλούτο.

Ο Όρφ έδωσε πρώτιστη σημασία στη διδασκαλία της μουσικής μέσω του παιχνιδιού και της βιωματικής εμπειρίας, τα οποία κατευθύνονται περισσότερο από την ανταπόκριση των παιδιών και όχι τόσο από τον ίδιο το δάσκαλο.

Η παγκόσμια απήχηση που γνώρισε το σύστημα Όρφ οφείλεται στο γεγονός ότι χρησιμοποιεί το δημιουργικό παιχνίδι ως αναπόσπαστο μέσο-στοιχείο της μουσικής μάθησης.

Μ’ αυτόν τον τρόπο τα παιδιά βιώνουν εμπειρικά τις μουσικές έννοιες μέσα από τον λόγο, την κίνηση, το τραγούδι, τη χρήση μουσικών οργάνων, τον αυτοσχεδιασμό. Αυτή η βιωματική εμπειρία έχει ως σκοπό της να ενεργοποιήσει το γνωστικό, συναισθηματικό και ψυχοκινητικό κόσμο των παιδιών και όχι να παράγει στείρα γνώση, αποκομμένη από τις ιδιαίτερες ανάγκες του κάθε παιδιού.

Οι παιδαγωγικές Τεχνικές του Συστήματος Orff

           
H βασική πεποίθηση της παιδαγωγικής του Ορφ είναι ότι δεν υπάρχουν παιδιά με παντελή έλλειψη μουσικότητας ή είναι πολύ σπάνια. Με κατάλληλη εκπαίδευση, όλα τα παιδιά μπορούν να αναπτύξουν μια ικανοποιητική αντίληψη του ρυθμού, της τονικότητας και της μουσικότητας, καθώς επίσης να διασκεδάζουν μετέχοντας σε ομάδες δημιουργικού αυτοσχεδιασμού. Η ευεργετική επίδραση της συμμετοχής του παιδιού σε δραστηριότητες δημιουργικής έκφρασης, όσον αφορά τη γενικότερη διαμόρφωση του χαρακτήρα του, είναι αναμφισβήτητη. Το σύστημα Ορφ, δίνοντας πλήρη ελευθερία στο διδάσκοντα και έμφαση στην εφευρετικότητά του, πορεύεται προς το στόχο του μέσα από τις βασικές του αρχές, αυτές της βιωματικής – επικοινωνιακής διδασκαλίας. Γενικότερα, αυτό πετυχαίνεται μέσα από δημιουργικές διεργασίες όπως ο πειραματισμός και η εξερεύνηση με την ενεργό συμμετοχή του μαθητή ή ο αυτοσχεδιασμός και η αυτενέργεια με πρωτοβουλία των παιδιών.

          Το παιδαγωγικό μονοπάτι που επέλεξε ο Ορφ, περνά από τη μίμηση, την εξερεύνηση, τη σημειογραφία και τον αυτοσχεδιασμό. Αυτές οι παιδαγωγικές διεργασίες και τεχνικές, δεν εφαρμόζονται ιεραρχικά αλλά είναι αλληλοσυμπληρούμενες – διαπλεκόμενες, σε όλα τα γνωστά μέσα της μουσικοκινητικής αγωγής του Ορφ.

Βασικά στοιχεία μουσικοκινητικής αγωγής

Η μουσική αγωγή του παιδιού επιτυγχάνεται μέσα από μουσικές δραστηριότητες όπως: η φωνή-ο λόγος-το τραγούδι, η κίνηση, η χρήση μουσικών οργάνων, η ελεύθερη-αυτοσχέδια γραφή της μουσικής, η μουσική ακρόαση, τα μουσικά παιχνίδια, οι ρυθμικές και μελωδικές επενδύσεις, η μίμηση και η δραματοποίηση, τα μουσικά παραμύθια. Αυτές είναι και τεχνικές που χρησιμοποιεί ο Ορφ για να προσεγγίσει τη μουσική εκπαίδευση. Για τον Ορφ θα μιλήσουμε στη συνέχεια. Ας δούμε πρώτα πιο αναλυτικά αυτά τα βασικά στοιχεία της μουσικοκινητικής αγωγής.


1) Ο ρυθμικός και ο μελισματικός λόγος, με το ρυθμό και τη μελωδία που απορρέουν από την εκφορά τους, αποτελούν σημαντικά στοιχεία του συστήματος. Ο Ορφ, έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στο στοιχείο του λόγου όταν προσάρμοζε τις αρχικές του ιδέες στις εκπαιδευτικές ανάγκες των παιδιών, γιατί πίστευε ότι το σταδιακό πέρασμα από τα λεκτικά σχήματα – στις ρυθμικές δραστηριότητες, από το τραγούδι και την κίνηση – στα μουσικά όργανα, είναι η πιο αβίαστη και φυσική διαδοχή ολοκληρωμένων μουσικών εμπειριών.

          Ο έμφυτος ρυθμός της μητρικής γλώσσας των παιδιών, χρησιμοποιείται ως αφετηρία για την παραπέρα εξερεύνηση του ρυθμού, της μουσικής και της κίνησης. Ο λόγος ως μέσο, χρησιμοποιείται για τη μελέτη των φθόγγων, των φωνημάτων, ύστερα ακολουθούν λέξεις, προτάσεις, ποιήματα, παροιμίες, γνωμικά και κατόπιν γλωσσοδέτες και λαχνίσματα.

          Αυτό το ταξίδι στο λεκτικό βασίλειο των παιδιών, πέρα από τη σωστή χρήση του προφορικού λόγου, προσφέρει απεριόριστες δυνατότητες για μουσικούς και ρυθμικούς πειραματισμούς – αυτοσχεδιασμούς. Ακόμη αποκαλύπτει, τη δυναμική που απορρέει από τη μελισματική εκφορά του λόγου ή τη ρυθμική αρμονία που κρύβει ο έμμετρος λόγος. Η μουσική συνδέει τη γλωσσική φόρμα με το νόημα της λέξης και τη χειρονομία. Η φυσική συνέχεια του ρυθμικού και μελισματικού λόγου, είναι το τραγούδι. Τα παιδιά, από τη βρεφική κιόλας ηλικίας τραγουδούν. Το κλάμα του μωρού δεν είναι τίποτε άλλο από μία ιδιότυπη μελωδική γραμμή, πάνω σε «στίχους» ενός ή δύο φθόγγων, κυρίως φωνηέντων.
        
            Η άμεση σχέση του λόγου με το τραγούδι, είναι άλλος ένας σημαντικός παράγοντας που υπαγορεύει την ένταξη του πρώτου, στο σύνολο των εκπαιδευτικών – μουσικών δραστηριοτήτων. Πολλές φορές τα όρια απαγγελίας – τραγουδιού αλληλοεπικαλύπτονται. Αυτό όμως, δε μειώνει καθόλου την αξία του προφορικού λόγου – ρυθμικού ή μελισματικού – ως μέσου αισθητικής καλλιέργειας των παιδιών γενικότερα.


Το τραγούδι στο νηπιαγωγείο πρέπει να είναι ευχάριστο στο άκουσμα, με απλή μελωδική γραμμή, ξεκάθαρα ρυθμικά σχήματα, απλό στίχο και περιεχόμενο ανάλογο των ενδιαφερόντων και των βιωμάτων τους. Τα περισσότερα παιδιά τραγουδούν αυθόρμητα. Η πρώτη μελωδική δοκιμή γίνεται ακόμα χωρίς να συνειδητοποιούν τη διαφορά του τονικού ύψους και την ακριβή κίνηση της μελωδίας. Μιμούνται και συμμετέχουν κατά προσέγγιση δεδομένα τραγούδια με βασικό στήριγμα τον λόγο και το ρυθμό του. Το τραγούδι αποτελεί τη πιο άμεση εκφραστική μας ικανότητα, αναπτύσσει τη μουσικότητα, εκτονώνει συναισθηματικά και ηρεμεί. Όταν λειτουργεί μαζί με τα μουσικά όργανα βοηθάει στην απόκτηση ανεξαρτησίας της φωνής και των χεριών, της τεχνικής στα μουσικά όργανα.

Το τραγούδι διακρίνεται, ως προς το περιεχόμενο, σε: Παιδαγωγικό (καλλιεργεί τα ανθρωπιστικά ιδεώδη στην ψυχή του παιδιού), Ψυχαγωγικό (αποσκοπεί στη διασκέδαση/ψυχαγωγία του παιδιού), Φυσιολογικό (συντελεί στις σωστές ψυχοκινητικές δραστηριότητές του, π.χ. αναπνοή), Πατριωτικό (εμπνέει στο παιδί την αγάπη για την πατρίδα του), Θρησκευτικό (για τη θρησκευτική συνείδηση του παιδιού), Κοινωνικό (συντελεί στην ανάπτυξη της κοινωνικότητας, του αισθήματος ευθύνης και πειθαρχίας του παιδιού)  και Καλλιτεχνικό (αφυπνίζει τις πρώτες καλλιτεχνικές του τάσεις).

Το πιο σπουδαίο μουσικό όργανο που έχουμε όλοι μαζί μας είναι η φωνή. Τραγουδώντας οι άνθρωποι όλων των λαών της γης έχουν φτιάξει, από τα πολύ παλιά χρόνια μέχρι σήμερα, μερικές από τις ωραιότερες μουσικές που έχουν γίνει ποτέ. Από μικρή ηλικία τα παιδιά μαθαίνουν στιχάκια, αινίγματα, παροιμίες, λαχνίσματα και γλωσσοδέτες αργότερα. Συνηθίζουν στη ρυθμική απαγγελία που προκύπτει αβίαστα από τον τονισμό των λέξεων και τον παλμό της ομοιοκαταληξίας. Ο ρυθμός του λόγου, οι διακυμάνσεις στην ένταση της φωνής, η έμφαση στην εκφορά των λέξεων, η επανάληψη, η επιβράδυνση και επιτάχυνση λέξεων μας παραπέμπουν στις μουσικές έννοιες του μέτρου, των ρυθμικών σχημάτων, της δυναμικής, του τόνου, της δομής.  Απ’ αυτήν την άποψη το τραγούδι μπορεί να είναι: με συνοδεία οργάνων, χωρίς συνοδεία οργάνων (όπως συμβαίνει με τη Βυζαντινή μουσική που ψάλλουν στην εκκλησία μας), με λόγια (στίχους δηλαδή), αλλά και χωρίς λόγια όπου η φωνή τραγουδάει μόνο μια μελωδία σαν ένα μουσικό όργανο, χορωδιακό τραγούδι όπου πολλές φωνές τραγουδούν μαζί, τραγούδια που τα λένε χορεύοντας ή παίζοντας θέατρο (όπως συμβαίνει στην όπερα) κ.α.

Η εκπαιδευτικός επιλέγει ανάμεσα σε ένα πλήθος ωραίων τραγουδιών κάθε είδους (δημοτικών, ρεμπέτικων, έντεχνων, τζαζ, ροκ, σύγχρονης μπαλάντας, διαφορετικών περιόδων και πολιτισμών κλπ). Δεν περιοριζόμαστε σε ένα συγκεκριμένο είδος μουσικής, για παράδειγμα δεν βάζουμε στα παιδιά να ακούνε μόνο κλασσική ή μόνο παιχνιδοτράγουδα αλλά τους προσφέρουμε την ποικιλία ώστε να καταλάβουν ότι υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί τρόποι να εκφραστεί κανείς με τη μουσική. Μια δραστηριότητα που θα μπορούσε να αποδειχθεί πολύ ενδιαφέρουσα θα ήταν να έβρισκε η παιδαγωγός τραγούδια άλλων μουσικών παραδόσεων τα οποία μιλούν για τα ίδια πράγματα με αντίστοιχα ελληνικά τραγούδια (π.χ. νανουρίσματα, ταχταρίσματα, λαχνίσματα κλπ).

Μαθαίνοντας ένα τραγούδι που τους αρέσει, η παιδαγωγός πρέπει να γνωρίζει τα βήματα που θα ακολουθήσει και να έχει βεβαιωθεί ότι τους αρέσει αρκετά ώστε να θέλουν να το ακούσουν αρκετές φορές για να το μάθουν. Αρχικά το ακούν απλά. Η παιδαγωγός τα παρακινεί να κάνουν υποθέσεις για το ποια μουσικά όργανα ακούγονται σ’ αυτό το τραγούδι. Το ακούνε για δεύτερη φορά και τα ενθαρρύνει να χτυπάνε το ρυθμό (πχ παλαμάκια). Χαμηλώνουν την ένταση της μουσικής και τα προτρέπει να ακούσουν προσεκτικά τα λόγια του τραγουδιού. Μετά συζητούν για το περιεχόμενό του, ποιος το έγραψε και γιατί, τι θέλει να μας πει κλπ. Έπειτα τα παιδιά χωρίζονται σε 2 ομάδες: των τραγουδιστών και των μουσικών. Η ομάδα των τραγουδιστών δοκιμάζει να τραγουδήσει   το τραγούδι και η ομάδα των μουσικών συνοδεύει χτυπώντας το ρυθμό (πχ με παλαμάκια ή με μουσικά όργανα). Οι 2 ομάδες μπορούν να αλλάζουν ρόλους. Σε επόμενη εκτέλεση οι μουσικοί γίνονται τραγουδιστές και οι τραγουδιστές μουσικοί.

           
2)  Η κίνηση είναι πολύ σημαντικό στοιχείο της μουσικο-κινητικής αγωγής. Χωρίς αυτήν θα είχαμε μόνο μουσική αγωγή, εκμάθηση δηλαδή των μουσικών εννοιών, των 7 φθόγγων, της γραφής τους στο πεντάγραμμο, θα μαθαίναμε να παίζουμε π.χ. φλογέρα όπως γίνεται σε ένα ωδείο. Όμως στο νηπιαγωγείο και στον παιδικό σταθμό, η κίνηση είναι αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας. Τα παιδιά κινούνται διαρκώς, έχουν απίστευτη ενεργητικότητα και αν δεν τα βοηθήσουμε μέσα από δραστηριότητες να διοχετεύσουν την ενέργειά τους σε εποικοδομητικές ασχολίες (έμμεση μάθηση μέσα από το παιχνίδι), τότε αυτή πολύ πιθανόν να διοχετευθεί σε εχθρικές πράξεις π.χ ξυλοδαρμούς εναντίον άλλων παιδιών. Τόσο σημαντική είναι η κίνηση. Μέσα από αυτήν το παιδί μαθαίνει να συντονίζει τις κινήσεις του, κι αυτό είναι απαραίτητο για τη δόμηση του Σωματικού του Σχήματος (εικόνας για το σώμα του).

Οι κινήσεις που δοκιμάζουμε από τα πρώτα χρόνια της ζωής μας για να ανακαλύψουμε τον κόσμο είναι ένα γνωστό και αγαπημένο πεδίο ατελείωτων πειραματισμών για τα παιδιά, μια έμφυτη ανάγκη. Οι ίδιες κινήσεις, περπάτημα, τρέξιμο, στροφή, τέντωμα, σπρώξιμο, τράβηγμα, σύρσιμο, άλμα χρησιμοποιούνται στη μουσικοκινητική με τη λιτή συνοδεία ενός τυμπάνου ή μικρών κρουστών οργάνων και μας οδηγούν να  νιώσουμε στη πράξη τις ρυθμικές αξίες, τις παύσεις, τα μέτρα, τη δυναμική, τη φόρμα. Μέσα από τη κίνηση γνωρίζουμε τις μουσικές έννοιες, ξεχωρίζουμε τον ήχο μεγάλης διάρκειας από τον κοφτό, συνειδητοποιούμε ψηλές και χαμηλές νότες, αντιδρούμε στο γρήγορο και στο αργό. Μέσα από τη κίνηση συνειδητοποιούμε το σώμα μας και τις δυνατότητές του, απελευθερωνόμαστε, εκφράζουμε συναισθήματα, αντιλαμβανόμαστε το χώρο που μας περιβάλλει. Μέσα από την ομαδική κινητική δράση συντονιζόμαστε και επικοινωνούμε μεταξύ μας, αντιδρούμε και συνεργαζόμαστε, οδηγούμε και  ακολουθούμε. Μέσα από πολλαπλά κινητικά παιχνίδια οξύνουμε την παρατηρητικότητα και αναπτύσσουμε την προσωπική φαντασία και εκφραστικότητα.

Στη μουσικοκινητική φτιάχνουμε απλά κινητικά μοτίβα για να συνοδεύσουμε τη μουσική, ενώ άλλες φορές η κίνηση δίνει την αφορμή για να φτιαχτεί μουσική. Ανάλογα με τον στόχο που θέλουμε να επιτύχουμε χρησιμοποιούμε την κίνηση για χαλάρωση ή εκτόνωση, έκφραση, αυτοσχεδιασμό ή αναπαράσταση.

Τα παιδιά, από πολύ μικρή ηλικία επιδίδονται σ’ ένα σύνολο αυθόρμητων κινητικών δραστηριοτήτων με όλο τους το σώμα ή με κάποια μέλη του. Αυτές οι κινήσεις, που συχνά έχουν και ηχηρό αποτέλεσμα (παλαμάκια, κτυπήματα ποδιών, επιφωνήματα), μοιάζουν σαν ένα ανεπιτήδευτο παιχνίδι. Ωστόσο, μπορούν να αποτελέσουν ένα σημαντικό έναυσμα για την αρχή μιας ρυθμικής – μουσικής αγωγής.

Η κίνηση φυσικά δεν αποτελεί αυτοσκοπό, αλλά ένα μέσο για τη μουσική και αισθητική ανάπτυξη των παιδιών. Οι τεχνικές που χρησιμοποιούνται, μέσα στα πλαίσια μιας δημιουργικής ανάπτυξης των κινητικών δραστηριοτήτων των νηπίων, δεν είναι άλλες από αυτές της μίμησης, της εξερεύνησης, του αυτοσχεδιασμού και της συσχέτισης της μουσικής σημειογραφίας με τη σημειολογία του σώματος. Λόγω αυτής της παιδαγωγικής επικάλυψης, η μουσική και η κίνηση, αλληλοσυμπληρώνονται, με στόχο ή αποτέλεσμα ενίοτε, ένα ολοκληρωμένο μουσικοκινητικό δρώμενο.


3) Η χρήση μουσικών οργάνων στις περισσότερες περιπτώσεις είναι για την παιδαγωγό υπόθεση ρουτίνας εφόσον παρέχονται από το νηπιαγωγείο διάφορα τυμπανάκια, μαράκες, κουδουνάκια, τριγωνάκια, ντέφια, ξυλόφωνα, μεταλλόφωνα κλπ.  Σε άλλες περιπτώσεις έχουμε την κατασκευή αυτοσχέδιων μουσικών οργάνων. Τα όργανα χρησιμοποιούνται, στις δραματοποιήσεις των τραγουδιών είτε συνοδεύοντας το ρυθμό, είτε επενδύοντας μουσικά με ήχους των εικόνων που δημιούργησαν τα παιδιά.

Στην επαφή των παιδιών με τα κρουστά όργανα οι ηχηρές κινήσεις αποτελούν ένα πρώτο πεδίο εξερεύνησης του ήχου, του ρυθμού και της κίνησης που το παράγει, μια προπαρασκευή για το παίξιμο των οργάνων. Παλαμάκια, στράκες με τα δάχτυλα, χτύποι στα πόδια, τους μηρούς, αλλά και ήχοι με το στόμα μας δίνουν ποικιλία στο ηχόχρωμα. Βοηθούν στην εξάσκηση της ακουστικής παρατηρητικότητας, της ετοιμότητας, της συγκέντρωσης, στην απόκτηση συντονισμού της κίνησης και στην εξοικείωση με το ρυθμό. Επόμενο βήμα είναι η εξερεύνηση των μικρών κρουστών οργάνων που μας οδηγούν σταδιακά και στα μελωδικά κρουστά τα μεταλλόφωνα και τα ξυλόφωνα. Τα πρώτα κομμάτια είναι τονικά απλά και συνοδεύονται εύκολα με ένα ισοκράτη σε ντο-σολ. Σύντομα τα παιδιά θα εξοικειωθούν με το σωστό κράτημα και χτύπημα της μπαγκέτας που παράγει το επιθυμητό ήχο. Με τη χρήση μιας πεντατονικής κλίμακας τα παιδιά μπορούν να αυτοσχεδιάζουν ελεύθερα αφού δεν θα υπάρχει συνήχηση που θα χαλάσει το αρμονικό άκουσμα. Σε αυτό το στάδιο τα παιδιά ενθαρρύνονται να παίζουν μιμητικά και από μνήμη προκειμένου να αποκτήσουν μια πραγματικά δική τους προσωπική σχέση με το όργανο, τους ήχους και την αμεσότητα της έκφρασής τους.

Η κατασκευή μουσικών οργάνων προσφέρει πολλά στο παιδί, και πάνω απ’ όλα τη χαρά της δημιουργίας, που για να τη νιώσει δε χρειάζεται ακριβά όργανα ή τέλειες μουσικές γνώσεις. Όταν κατασκευάζουν τα παιδιά ένα μουσικό όργανο, ο καταμερισμός της εργασίας είναι πολύ βασικός. Αναλαμβάνουν να φέρουν κάτι σε πέρας μαζί, επιστρατεύουν γι αυτό το κοινό στόχο όλες τις δεξιότητές τους και μαθαίνουν να συνεργάζονται. Καλό είναι η δουλειά να μη γίνεται από τον ενήλικα και να μη δίνονται έτοιμα όλα στα παιδιά, αλλά να δουλεύουν τα ίδια τα παιδιά ώστε στο αποτέλεσμα της διαδικασίας να αναγνωρίζει ο καθένας ένα κομμάτι του εαυτού του. Όταν συμβαίνει αυτό, έχουν ένα παραπάνω κίνητρο για να μάθουν να το χρησιμοποιούν.

Αυξάνεται η δεκτικότητά τους και συμμετέχουν πιο δημιουργικά κι ουσιαστικά στο μάθημα της μουσικής. Βέβαια τα έχουμε φέρει σε επαφή προηγουμένως με υπαρκτά μουσικά όργανα. Γνωρίζουν ότι υπάρχουν πχ πληκτροφόρα έγχορδα όπως το πιάνο, έγχορδα με δοξάρι όπως το βιολοντσέλο και το κοντραμπάσο, άλλα χορδόφωνα όπως η κιθάρα, ξύλινα πνευστά / αερόφωνα όπως το όμποε, το φαγκότο  και το κλαρίνο, έγχορδα που τα χτυπάμε (κρουόμενα) όπως το σαντούρι κλπ. Εννοείται ότι ξέρουν πώς ακούγεται καθένα από αυτά τα όργανα, το έχουν δει σε φωτογραφίες και, αν είναι δυνατόν, το έχουμε φέρει στην τάξη να το δουν από κοντά. Οξύνεται η φαντασία και η παρατηρητικότητά τους καθώς χρησιμοποιούν για την κατασκευή τους ως πρότυπα τα υπαρκτά μουσικά όργανα, επισημαίνουν τα απαραίτητα μέρη του οργάνου, μαθαίνουν τη χρήση των εργαλείων που θα χρησιμοποιήσουν και το πώς το μουσικό όργανο που θα κατασκευάσουν θα βγάλει ήχο. Δεν αρκεί η κατασκευή τους να έχει πρωτότυπη εμφάνιση ή πλούσια διακόσμηση.  Πρέπει απαραίτητα να βγάξει και ήχο. 

Ο ήχος παράγεται με τη δόνηση ενός σώματος. Τέτοιου είδους σώματα μπορούν να είναι η χορδή, ο αέρας, μια μεμβράνη δέρματος, το ξύλο, η πέτρα, το γυαλί, το μέταλλο. Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ήχου είναι το τονικό ύψος(οξύτητα), η ένταση (δυναμική), η διάρκεια και το ηχόχρωμα (χροιά). Αυτά τα χαρακτηριστικά είναι και κριτήρια για την κατασκευή μας. Η γνώση αυτή μας χρησιμεύει όταν κληθούμε να ‘διδάξουμε’ στα παιδιά  τα χαρακτηριστικά του ήχου, να προκαλέσουμε δηλαδή το ενδιαφέρον τους και να φροντίσουμε να τα αντιληφθούν βιωματικά. Αυτό σημαίνει πως ο τρόπος που θα επιλέξουμε να προσεγγίσουμε τις έννοιες του ήχου, πρέπει να είναι κοντά στα ενδιαφέροντα και στα βιώματα των παιδιών. θα έχουμε στη διάθεσή τους ήχους διαφορετικής οξύτητας, παρμένους από την καθημερινότητα. Θα βοηθήσουμε τα παιδιά να διακρίνουν μεταξύ δυνατών και σιγανών ήχων (πχ χτυπώντας το τυμπανάκι  πότε δυνατά για να τρέχουν, και πότε σιγά για να περπατάνε) ώστε να βιώσουν την ένταση. Για να αντιληφθούν τη διάρκεια θα χρησιμοποιήσουμε ένα πληκτροφόρο όπως ένα μικρό αρμόνιο, και θα δούμε πώς ακούγεται το πλήκτρο αν το πιέσουμε μια φορά και μετά τ’ αφήσουμε, και πόσο διαφορετικά ακούγεται το ίδιο πλήκτρο αν το κρατήσουμε για λίγη ώρα πιεσμένο. Για τη χροιά μπορούμε να ακούσουμε μια νότα στο μεταλλόφωνο και την ίδια νότα στη φλογέρα, και να συγκρίνουμε τα 2 ακούσματα.

 Για να αποδοθεί το μέγιστο του ήχου ενός σώματος, πρέπει να μην παρεμποδίζεται η δόνησή του, πρέπει να ακουμπά δηλαδή σε μέσα που δεν απορροφούν τους κραδασμούς, πχ σε λάστιχο, αφρολέξ, σφουγγάρι, τσόχα. Όσο μεγαλύτερο είναι ένα σώμα τόσο βαρύτερο ήχο παράγει και, αντίθετα, όσο μικρότερο είναι τόσο οξύτερο ήχο παράγει. Ανάλογα με το είδος οργάνου που θέλουμε να κατασκευάσουμε, ο ήχος παράγεται με διαφορετικό τρόπο. Π.χ. στα έγχορδα ο ήχος παράγεται από χορδές. Στα πνευστά ο ήχος παράγεται με το φύσημα αέρα και στα κρουστά παράγεται με κρούση.

Κάθε παιδί οποιασδήποτε ηλικίας, όταν πάρει στα χέρια του ένα μουσικό όργανο, νιώθει την ανάγκη να πειραματισθεί μαζί του και να αυτοσχεδιάσει. Το μουσικό αποτέλεσμα αυτών των αυτοσχεδιασμών, μπορεί να μην είναι πολύ ευχάριστο, από μουσικής πλευράς, ικανοποιεί όμως μια δυνατή επιθυμία του παιδιού, να δημιουργήσει μουσικά. Στον ελεύθερο αυτοσχεδιασμό με όργανα, δεν υπάρχει περιορισμός στο τι θα μπορούσαν να ανακαλύψουν τα παιδιά. Όταν οι πειραματισμοί πάρουν μια συγκεκριμένη μουσική μορφή, καλό είναι να ηχογραφούνται έτσι ώστε τα παιδιά να έχουν τη δυνατότητα να ακούν αυτό που δημιούργησαν, να το σχολιάζουν και ακόμη να γίνεται αφετηρία για καινούργιες ιδέες και περαιτέρω αυτοσχεδιασμό.

Αυτοσχεδιασμός με τη φωνή και τα μουσικά όργανα. Άπλα σχήματα λόγου, είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν για μελωδικούς αυτοσχεδιασμούς με τη φωνή και τα μουσικά όργανα. Π.χ Δουλεύοντας σε ζευγάρια ή μικρές ομάδες, μπορούν να κάνουν ερωτήσεις-απαντήσεις μεταξύ τους. Π.χ Πως σε λένε; Άννα. Που πας; Στο σχολείο. Οι μεγαλύτερες προτάσεις ενθαρρύνουν τη δημιουργία μελωδιών με μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Π.χ στίχοι από ποιήματα κ.λ.π είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν για μελοποίηση.

Όταν ένα ρυθμικό παιχνίδι ή κάποιο τραγούδι συνοδεύεται από τα όργανα που κατασκεύασαν τα ίδια τα παιδιά, ενισχύεται το ενδιαφέρον τους για τη μουσική.

Για να βγάλει ήχο η κατασκευή μας πρέπει πρώτα να μάθουμε να χρησιμοποιούμε τα υλικά / εργαλεία. Τα όργανα αυτά κατασκευάζονται από αντικείμενα που βρίσκονται γύρω μας ή από φυσικά υλικά όπως το καλάμι. Τα μεγέθη, τα σχήματα και η πυκνότητα των υλικών διαφέρουν από κομμάτι σε κομμάτι. Η βασική ιδέα είναι να εκμεταλλευόμαστε τα υλικά που βρίσκουμε γύρω μας και που συνήθως είναι για πέταμα. Υπολείμματα ξύλων, μετάλλων, άδεια κουτιά, λάστιχα κλπ αποτελούν τη βάση για να γίνουν τα μουσικά μας όργανα. Φυσικά όσο λιγότερα εργαλεία χρησιμοποιούμε τόσο πιο απλές ηχητικές κατασκευές κάνουμε. Όπως είναι κατανοητό, με την κατασκευή μουσικών οργάνων συνδυάζουμε τη μουσική με τα εικαστικά.

Οι κατασκευές μουσικών οργάνων είναι καλύτερα να γίνονται σε μικρές ομάδες δύο-τριών παιδιών. Καλό είναι να υπάρχει ένας ξεχωριστός χώρος για τα υλικά των κατασκευών. Ο/η παιδαγωγός πρέπει να έχει υπολογίσει τις κατασκευαστικές δυσκολίες, την ηλικία των παιδιών και να τα επιβλέπει πάντα καθώς χρησιμοποιούν τα εργαλεία, ώστε να μη γίνουν μικροατυχήματα. Κάποιες μικροεκδορές πάντως ίσως υπάρξουν, που συνήθως συμβαίνουν από έλλειψη προσοχής. Σε αυτή την περίπτωση, καλό θα είναι να υπάρχει ένα πρόχειρο φαρμακείο, που θα περιλαμβάνει: μερικούς αυτοκόλλητους επιδέσμους διαφόρων μεγεθών, αποστειρωμένες γάζες, λευκοπλάστη, οξυζενέ και ιώδιο.  
Μερικά υλικά που μπορούν να έχουν στη διάθεσή τους τα νήπια (5 ετών, όχι μικρότερα), είναι: λεπτό σύρμα χαλκού ή μαλακού μπρούτζου, σπάγκος  βαμβακερός, σισάλ (ίνες φυτού) ή από άλλα φυτικά υλικά, κόλλες UHU κ.α.
           
Το τυμπανάκι είναι το πιο απλό στην κατασκευή του. Γίνεται με μία λεκάνη, μια γλάστρα πλαστική, μία κατσαρόλα ή κουτιά διαφόρων ειδών, μεγεθών και ποιοτήτων. Σκεπάζουν τα παραπάνω σκεύη με πλαστικό μουσαμά, με χοντρό νάιλον ή με δέρμα και τα δένουν σφιχτά, γύρω γύρω με σύρμα ή με πετονιά. Χτυπούν το τύμπανο με ξύλινη κουτάλα.

            Μαράκες φτιάχνουμε από κουτιά και μπουκάλια διαφόρων ειδών και ποιοτήτων και μικροαντικείμενα όπως σπόρους, βόλους, χάντρες, κουμπιά, φακές, βότσαλα, άμμο κλπ. Βάζουν στα δοχεία μερικά από τα μικροαντικείμενα (μπορούν να βάλουν τα ίδια ή διαφορετικά σε κάθε δοχείο) και τα κλείνουν καλά.

            Φλογέρες φτιάχνουν απλά με ένα ξερό καλάμι στο οποίο ανοίγουν μία ή περισσότερες τρύπες.

            Αυλό / Φλογέρα του πάνα φτιάχνουν με μερικά κομμάτια καλαμιού σε διάφορα μήκη από 3-5 εκατοστά. Τα στερεώνουμε το ένα δίπλα στο άλλο με σπάγκο ή με μονωτική ταινία, έτσι ώστε οι άκρες να βρίσκονται στην ίδια ευθεία.

            Η κιθάρα κατασκευάζεται με άδεια κουτιά παπουτσιών στο καπάκι των οποίων ανοίγουμε μια τρύπα. Στις άκρες κατά μήκος του κουτιού στερεώνουμε με συραπτικό τεντωμένα 5 λάστιχα διαφορετικού πάχους.

            Καστανιέτες φτιάχνουν με ένα κομμάτι χαρτόνι 14cm X 4cm τσακισμένο ακριβώς στη μέση. Κολλάμε σε καθεμιά άκρη του χαρτονιού, από μισό καρύδι που του έχουμε αδειάσει την ψύχα. Φροντίζουμε οι 2 άκρες να βρίσκονται ακριβώς απέναντι ώστε να παράγεται ήχος ανοιγοκλείνοντας το χαρτόνι.

Για να φτιάξουμε Κουδούνια στερεώνουμε ένα τεντωμένο σχοινί ή σύρμα ή πετονιά,  στις 2 άκρες μιας σφεντόνας. Από το τεντωμένο σχοινί μπορούμε μετά να κρεμάσουμε κλειδιά, γάντζους για κάδρα κλπ.

Μαντολίνο φτιάχνουμε αν αφαιρέσουμε τους σπόρους από το εσωτερικό μιας νεροκολοκύθας, και στο άνοιγμα που δημιουργούν στερεώσουμε πετονιά για χορδή.


4) Όταν μιλάμε για γραφή (ελεύθερη) της μουσικής δεν εννοούμε βέβαια να διδάξουμε στο 4χρονο να σημειώνει τις νότες στο πεντάγραμμο αλλά να ζωγραφίζει πώς θα απεικόνιζε τις νότες. Τα παιδιά έχουν δικό τους τρόπο να μετράνε π.χ το ύψος τους (‘η Γιώτα είναι 2 καλαμάκια πιο κοντή από τη Μαρία’), την απόσταση (‘το τραπέζι είναι 8 βήματα μακριά από την καρέκλα’)! Πριν οι παιδαγωγοί στο Δημοτικό συνήθως τα διδάξουν τον συμβατικό τρόπο για τα εκατοστά, τα μέτρα κλπ, έχουν τις δικές τους μονάδες μέτρησης. Στις πολύ μικρές ηλικίες δεν πρέπει να αποθαρρύνουμε τα παιδιά λέγοντάς τους ότι ‘δεν είναι σωστό’ να μετράνε το ύψος τους σε καλαμάκια αλλά να δίνουμε έμφαση στο ότι προς το παρόν διαπιστώνουν την αναγκαιότητα να μετρήσουν. Τι μονάδα χρησιμοποιούν γι αυτό το σκοπό δεν μας απασχολεί ακόμη. Το ίδιο συμβαίνει και με τη μουσική. Σκοπός μας είναι να οδηγήσουμε τα παιδιά στη διαπίστωση ότι πρέπει με κάποιο τρόπο να απεικονίσουν στο χαρτί αυτό που ακούνε.

Όταν χτυπάμε το τυμπανάκι 2 φορές, θα είναι σημάδι ότι πετύχαμε το σκοπό μας αν τα παιδιά προσπαθήσουν με οποιοδήποτε τρόπο να ‘γράψουν’ τα 2 χτυπήματα και προβληματιστούν για το πώς θα το κάνουν ώστε ο Γιάννης που λείπει να καταλάβει ότι χτυπήσαμε το τυμπανάκι 2 φορές, ώστε να θυμόμαστε τι παίξαμε στο τυμπανάκι και μετά από λίγες μέρες κλπ. Το κίνητρο μπορεί να είναι οτιδήποτε ενεργοποιεί τα παιδιά τη δεδομένη στιγμή. Ο προβληματισμός αυτός είναι ένας μακροπρόθεσμος στόχος. Δεν κάνουμε δηλαδή σήμερα μια δραστηριότητα να ζητάμε από τα παιδιά να καταγράψουν όπως θέλουν αυτό που παίζουμε, ενώ αύριο το έχουμε ξεχάσει. Τα παιδιά θα προβληματιστούν σήμερα, θα απεικονίσουν με τον τρόπο τους τα 2 χτυπήματα (π.χ ζωγραφίζοντας 2 καρδούλες), αλλά αύριο που ο Γιάννης δε θα καταλαβαίνει ότι πρόκειται για χτυπήματα στο τυμπανάκι και που δε θα θυμόμαστε τι αφορούσε η ζωγραφιά, θα συνεχιστεί ο προβληματισμός. Θα αναγκαστούν τα παιδιά να τροποποιήσουν τη ζωγραφιά τους ώστε να καταλαβαίνουν όλοι ότι πρόκειται για χτυπήματα στο τυμπανάκι. Μπορεί για παράδειγμα να προσθέσουν στη ζωγραφιά τους ένα τυμπανάκι. Κι αν πάλι δεν καταλαβαίνουν, ας πούμε, τα παιδιά της διπλανής τάξης, ότι πρόκειται για μουσική, συνεχίζουν τις προσπάθειες. Όταν δούμε πως δεν μπορούν από μόνα τους να προχωρήσουν άλλο, όταν κοντεύουν να εγκαταλείψουν την προσπάθεια τότε τους δίνουμε ερέθισμα για περαιτέρω προβληματισμό π.χ  ‘μήπως να ζωγραφίζαμε τις 2 καρδούλες πάνω σε 5 ευθείες γραμμές;’, ‘και που θα ξέρουμε αν χτύπησε το τυμπανάκι γρήγορα ή αργά; Με τον ίδιο τρόπο θα ζωγραφίσω τα χτυπήματα στο τυμπανάκι είτε είναι γρήγορα είτε αργά;’ κλπ. Σε καμία περίπτωση όμως δεν δίνουμε έτοιμη την απάντηση ούτε ‘διδάσκουμε’ μουσική.

Στα μεγαλύτερα παιδιά, που του χρόνου θα πάνε στο Δημοτικό, δεν είναι ουτοπικό να μιλάμε για πεντάγραμμο και για νότες, ακόμη κι αν οι νότες με αξία ¼ απεικονίζονται σα γλαστράκια, οι νότες 4/4 σαν μήλα κλπ. Βασικό στοιχείο στη μουσική γραφή, είναι να αντιληφθούν τα μεγαλύτερα παιδιά ότι, η κάθε γραμμή και το κάθε διάστημα του πενταγράμμου αντιπροσωπεύουν και ένα διαφορετικό μουσικό ήχο. Βασική προϋπόθεση  για την εκμάθηση της μελωδικής γραφής είναι η αντίληψη της τονικότητας (το διαφορετικό ύψος των ήχων) μέσω μελωδικών σχημάτων που δημιουργούνται με τη χρήση της φωνής κυρίως αλλά και με τη χρήση των μουσικών οργάνων.

Γενικά, η μουσική ανάγνωση και γραφή είναι μια δραστηριότητα που εισάγεται αφότου το παιδί αποκτήσει αρκετές εμπειρίες με τον ήχο μέσω των άλλων δραστηριοτήτων. Γι αυτό κάνουμε λόγο για παιδιά από 6 ετών. Για να αποκτήσουν την ικανότητα να χρησιμοποιούν γραπτή γλώσσα της μουσικής, θα πρέπει καθένα:
· Να αναγνωρίζει τα σύμβολα για τη χρονική διάρκεια των ήχων
· Να γνωρίζει τα ονόματα των γραμμών και των διαστημάτων στο πεντάγραμμο.
· Να χρησιμοποιεί τα φθογγόσημα, να γνωρίζει τα ονόματα τους και να τα αναγνωρίζει στο πεντάγραμμο.
· Να αναγνωρίζει ρυθμικά και μελωδικά σχήματα και να μπορεί να τα εκτελεί.
· Να αναγνωρίζει όμοιες και διαφορετικές φράσεις σ΄ ένα τραγούδι.
· Να εκτελεί φωνητικά μελωδίες με τα ονόματα των φθογγόσημων.
· Να εκτελεί μουσική σε όργανα.
· Να αναγνωρίζει την κλίμακα στην οποία είναι γραμμένο ένα τραγούδι
· Να αποκτήσει την ικανότητα να ξεχωρίζει ακουστικά και οπτικά τις μείζονες και τις ελάσσονες κλίμακες.
·  Να αναγνωρίζει τραγούδια από τη μουσική τους γραφή.       

Η ακοή της μουσικής στα παιδιά προσχολικής ηλικίας έχει να κάνει με την παθητική και την ενεργητική ακρόαση. Παθητική μουσική ακρόαση εφαρμόζεται στα μικρά παιδιά μέχρι 4 ετών. Ακούμε ένα μουσικό κομμάτι ενώ κάνουμε κάτι άλλο π.χ  ζωγραφίζουμε και δεν έχουμε το μυαλό μας στη μουσική που ακούγεται.  Ενεργητική  μουσική ακρόαση έχουμε στα νήπια όταν αρχίζουν να φαντάζονται κάτι κλείνοντας τα μάτια κι ακούγοντας το μουσικό κομμάτι, όταν προσέχουν τη μελωδική γραμμή, τα ρυθμικά στοιχεία, τη χροιά κ.α, όταν δείχνουν με κάποιο τρόπο ότι την παρακολουθούν. Τέτοιοι τρόποι μπορεί να είναι η κίνηση με το σώμα, η συνοδεία με παλαμάκια στο ρυθμό, ή με όργανα, και η καταγραφή, κυρίως με γραφική απεικόνιση.

Καθώς αυξάνεται η εξοικείωση των παιδιών με τους ήχους διαφορετικών μουσικών οργάνων, αυξάνεται και η ικανότητά τους να διακρίνουν ποιο όργανο ακούγεται. Ακούν ένα μουσικό κομμάτι, που το επιλέγει η εκπαιδευτικός, στο οποίο κυριαρχούν και διακρίνονται καθαρά οι ήχοι από ένα συγκεκριμένο μουσικό όργανο. Η εκπαιδευτικός παροτρύνει τα παιδιά να αναγνωρίσουν τους συγκεκριμένους ήχους και να το δηλώσουν με κάποιο τρόπο. Πχ. Όταν νομίζετε ότι ακούτε ήχους από βιολί μπορείτε να χτυπάτε παλαμάκια. Αργότερα η εκπαιδευτικός επιχειρεί τη γνωριμία των παιδιών με το άκουσμα ενός δεύτερου κι ενός τρίτου μουσικού οργάνου. Έτσι απαντούν σε ερωτήματα όπως ‘ποια μουσικά όργανα νομίζετε ότι έπαιξαν στο κομμάτι που ακούσαμε’.

Οι ακροάσεις έχουν σύντομη διάρκεια (30’’-60’’) και αν πρόκειται για μουσικά αποσπάσματα, επιλέγονται και ηχογραφούνται εκ των προτέρων από την παιδαγωγό. Πρέπει όλοι να συνειδητοποιούμε, ότι όταν ζητάμε από τα παιδιά να κινηθούν ελεύθερα ακούγοντας μουσική, ουσιαστικά τους ζητάμε:
-Να ελέγξουν μια συγκεκριμένη κίνηση.     
-Να ακούσουν τη μουσική.
-Να συγχρονίσουν και τα δυο.
Αυτό είναι κατόρθωμα για τα παιδιά και δεν πρέπει να έχουμε μεγάλες απαιτήσεις ή τα κουράζουμε με μουσικές ακροάσεις άνω του ενός λεπτού.

            Παρακάτω, αξίζει να παραθέσουμε απόψεις του Σ. Λέκκα (Καθηγητή Μουσικής Β/θμιας Εκ/σης Ν. Αχαΐας και Αρχιμουσικού- Μαέστρου της Μικτής Χορωδίας του Πνευματικού Κέντρου Δήμου Γαστούνης Ηλείας):
Η Μουσική ακρόαση μέσα στην σχολική τάξη είναι μια πονεμένη ιστορία. Αυτό είναι και το μεγάλο πρόβλημα μέσα στην σχολική τάξη είτε θέλουμε να το παραδεχτούμε είτε όχι. Όλοι θα έχουμε απογοητευθεί ή και εκνευριστεί που τα παιδιά μας γελάνε όταν τους βάζουμε να ακούσουν μια άρια από μια Σοπράνο. Αυτό που ακούνε τα παιδικά, ανεκπαίδευτα αυτιά τους είναι μια γυναίκα η οποία ουρλιάζει λες και της τραβάνε τα μαλλιά! Και τότε εμείς για να περισώσουμε το γόητρο του συνθέτη αλλά και του ερμηνευτή,  συννεφιάζουμε, αγριεύουμε, τους μαλώνουμε επιθετικά, λες και φταίνε αυτά που όταν ακούνε κλασική μουσική δυσανασχετούν με τον όποιο τρόπο τους έλθει εκείνη τη στιγμή. Θα πρέπει λοιπόν να καταλάβουμε ότι η μουσική ακρόαση δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Με πιο απλά λόγια, η μουσική ακρόαση ενός έργου μέσα στη σχολική τάξη δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ως εύκολη λύση για να ροκανίζουμε την διδακτική ώρα. Το μόνο το οποίο μπορούμε να καταφέρουμε με μεγάλη ευκολία είναι να δημιουργήσουμε τις λάθος προϋποθέσεις προσέγγισης αυτών των μουσικών κειμένων που άντεξαν, αντέχουν και θα αντέχουν στους αιώνες.  

Έτσι, θα πρέπει να την θεωρήσουμε ως σημαντικό εργαλείο της δουλειάς μας, μέσω της οποίας μπορούμε να δώσουμε την μεγάλη ευκαιρία τους μαθητές μας να εκφραστούν με κάποιους τρόπους που θα αναφέρουμε πιο κάτω.  Και κάτι ακόμα. Δικαίωμα στην διεύρυνση του ακουσματικού τους  ορίζοντα έχουν όλοι οι μαθητές και των χωριών και των πόλεων. Εμείς, ως εκπαιδευτικοί και ως παιδαγωγοί έχουμε σκοπό  την ολόπλευρη, αρμονική και ισόρροπη ανάπτυξη των διανοητικών και ψυχοσωματικών δυνάμεων των μαθητών, ώστε να εξελιχθούν σε ολοκληρωμένες προσωπικότητες. Με την ανάπτυξη της κριτικής, συγκριτικής και δημιουργικής σκέψης και με εφόδιο την μουσική και τις μεγάλες δυνατότητές της, μπορούμε να εξωτερικεύσουμε τη σπίθα της δημιουργικότητας , να την πολλαπλασιάσουμε και να την κάνουμε φλόγα. Μην ξεχνάμε ότι με την ανάπτυξη της δημιουργικής δυνατότητας των μαθητών μέσα από τις διάφορες ευκαιρίες που υπάρχουν ή που εμείς θα επινοήσουμε θα αναπτύξουμε σε αυτούς την έμπνευση και αυτό θα τους οδηγήσει στην ανακάλυψη νέων δυνατοτήτων, επαφών , σχέσεων και εμπειριών.

ΣΕ ΤΙ ΑΠΟΣΚΟΠΕΙ Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΑΚΡΟΑΣΗ;
Αποσκοπεί στο να βοηθήσει το παιδί να αποκτήσει σταδιακά την απαιτούμενη ακουστική ευαισθησία για να διακρίνει  διάφορους ήχους φυσικούς- τεχνικούς  και να καλλιεργήσει και να αναπτύξει την ακουστική του ικανότητα, ώστε να επιδιώκει να  ακούει μουσική.
  Για να μπορέσουν όμως τα παιδιά ν΄ αναπτύξουν την δεξιότητα της ακρόασης θα πρέπει: 
·   Να συγκεντρώνονται: Να τους κινήσουμε το ενδιαφέρον σε αυτό που ακούνε.
·   Να αντιλαμβάνονται αυτό που ακούνε: Να αναγνωρίζουν αρχικά και να διακρίνουν τους ήχους για να αποκτήσουν σταδιακά ηχητικό απόθεμα. Π.χ ήχοι που είναι κοντά – μακριά , ψηλοί ήχοι χαμηλοί ήχοι, ήχοι μεγάλης και μικρής διάρκειας, ένταση, χροιά του ήχου.
· Να θυμούνται αυτό που άκουσαν.
Αν επιτευχθούν τα παραπάνω θα είναι πιο εύκολο να θυμούνται αυτό που άκουσαν.

Τι μπορεί να βοηθήσει τους μαθητές μας να γίνουν ενεργητικοί ακροατές της μουσικής ;
Το ηχητικό περιβάλλον: Να ακούσουν τους ήχους γύρω τους και να τους ενθαρρύνουμε να προσέχουν τους ήχους της καθημερινής ζωής.  Τους ήχους αυτούς να μην τους ακούνε μόνο , αλλά να τους αναλύουν , να τους κρίνουν και να τους ταξινομούν σε ήχους δυνατούς, σιγανούς, ψηλούς, χαμηλούς, ωραίους. Ήχους που θέλουν να κρατήσουν και  άλλους που δεν τους αρέσουν.
Οι δικές τους μουσικές δημιουργίες: Είναι σημαντικό να ενθαρρύνουμε τα παιδιά  να ακούνε με προσοχή τους ήχους που παράγουν ή με την φωνή τους ή με φωνή και ηχογόνα αντικείμενα και  ύστερα τους δικούς τους ήχους σε συνδυασμό με  τους ήχους που παράγονται από άλλα παιδιά.

Αυτός ο τρόπος είναι ένας αρχικός –βιωματικός τρόπος  εκτέλεσης του ομαδικού τραγουδιού και της συνεργασιμότητας. Για τον σκοπό αυτό χρειάζεται συνεχής υπενθύμιση και μεγάλη επιμονή από τον παιδαγωγό για να αναπτύξουν τα παιδιά την σημαντική δεξιότητα της ακρόασης, γιατί πολλές φορές όταν παίζουν ένα όργανο και ειδικά φλογέρες, προσπαθούν μόνο να παράγουν μουσικούς ήχους χωρίς να καταβάλλουν προσπάθεια να τους ακούσουν. Γι΄ αυτό πρέπει οι μαθητές να ενθαρρύνονται να ακούν πρώτα την ποιότητα του ήχου που παράγουν. Επίσης όταν οι μαθητές τραγουδούν απλά εναρμονισμένα τραγούδια  θα πρέπει να ενθαρρύνονται να  ακούνε προσεκτικά ότι τραγουδούν και οι συμμαθητές τους. Καλό είναι κάποιες φορές να ηχογραφούμε αυτό που παρουσιάζουν τα παιδιά σε μία εκδήλωση και μετά να το κουβεντιάζουμε μαζί τους. Η ζωντανή μουσική που παίζει ο δάσκαλος, άλλα παιδιά ή μουσικοί που τους επισκέπτονται: Από την αρχή της σχολικής τους ζωής τα παιδιά πρέπει να  συνηθίσουν να ακούνε τον καθηγητή όταν τραγουδά ή όταν παίζει σε μουσικό όργανο διάφορα τραγούδια. Πρέπει ακόμα να συνηθίσουν από νωρίς να ακούνε το τραγούδι των συμμαθητών τους ή το παίξιμο τους σε μουσικά όργανα είτε στην σχολική τάξη είτε σε κοινές σχολικές εκδηλώσεις.

ΑΚΡΟΑΣΗ ΗΧΟΓΡΑΦΗΜΕΝΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ Ή ΜΟΥΣΙΚΗ ΑΠΟ ΔΙΣΚΟ Ή  C.D
Υπάρχουν ποικίλοι τρόποι με τους οποίους κάποιος μπορεί να προσφέρει μια μουσική ακρόαση στους μαθητές του. Πότε όμως μια ακρόαση μπορεί να θεωρηθεί πετυχημένη;  Όταν ο εκπαιδευτικός γνωρίζει καλά τη μουσική που προσφέρει στους μαθητές του και όταν έχει αποφασίσει τα σημεία του έργου στα οποία θα καθοδηγήσει τα παιδιά. (Με απλά λόγια τίποτα δεν μπορεί να είναι τυχαίο).

ΤΙ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΠΡΟΣΕΞΟΥΝ ΑΠΟ ΕΝΑ ΕΡΓΟ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ;
Βασικά θέματα του έργου, ενορχήστρωση του έργου, τον τρόπο που είναι κατασκευασμένο, τα σημεία δυναμικής του, την Ρυθμική αγωγή του έργου.

Με ποιους τρόπους μπορούν οι μαθητές να εκφραστούν ακούγοντας ένα μουσικό έργο;
Σίγουρα υπάρχουν πολλοί τρόποι με τους οποίους μπορούν οι μαθητές να εκφραστούν με αφετηρία την επιλογή κάποιων μουσικών αποσπασμάτων. Αναφέρονται μερικοί που μπορεί να χρησιμοποιηθούν στη σχολική τάξη όπως:
-Με τον Γραπτό λόγο(Δημιουργική Γραφή)
-Να ζωγραφίσουν αυτό που ακούνε
-Να συνδυάσουν την ακρόαση με την κίνηση
-Να συνδυάσουν την ακρόαση με δραματοποίηση (Δημιουργία Μύθου-Ρόλων και Περιβάλλοντος Δράσης)

Σημαντικός παράγοντας σε κάθε ένα από τους παραπάνω τρόπους είναι να αφήσουμε τα παιδιά ελεύθερα, να εκφραστούν και επίσης να τους δώσουμε να καταλάβουν ότι εδώ, δεν αξιολογείται σωστό και λάθος. Με άλλα λόγια τους ενθαρρύνουμε με στόχο να ενεργοποιήσουν την φαντασία τους, τις αισθήσεις τους, για να μπουν σε μια κατάσταση δημιουργικής εγρήγορσης. Κοινή αρχή σε όλες αυτές τις προτάσεις έκφρασης θα μπορούσε να είναι ένα ερωτηματολόγιο με δύο μόνο ερωτήσεις:
Ερώτηση 1η: Πως αισθάνεσαι πριν το μάθημα; (Η ερώτηση αυτή οι μαθητές απαντούν αμέσως μόλις μπουν  στην τάξη)
 Ερώτηση 2η : Πως αισθάνεσαι τώρα; (Το ερώτημα αυτό το απαντούν οι μαθητές μετά το τέλος της δραστηριότητας  λίγο πριν το τέλος της διδακτικής ώρας).

Θα πρέπει επίσης να πούμε ότι το ερωτηματολόγιο αυτό μπορεί να διανθιστεί και με άλλες ερωτήσεις που θα μπορέσουν να δώσουν μια καλύτερη συναισθηματική εικόνα της τάξης. Πρέπει όμως να έχουμε υπόψη μας ότι όσοι δεν είναι εξοικειωμένοι με τις μουσικές ακροάσεις έργων, το βρίσκουν δύσκολο να καθίσουν και να ακούσουν προσεκτικά. Γι αυτό θα πρέπει να συνδυάζουμε τις ακροάσεις με άλλες δραστηριότητες. Τα παιδιά θα μπορούν με απλό τρόπο αρχικά και πιο σύνθετα αργότερα να συνοδεύουν την μουσική που ακούνε με κατάλληλα κρουστά όργανα όχι καθορισμένου τονικού ύψους όπως ντέφια, τρίγωνα, Κύμβαλα κ.λπ. Με αυτό τον τρόπο  οι μικροί ακροατές  από  παθητικοί ακροατές γίνονται ενεργοί, συμμετέχουν στο συνολικό ηχητικό αποτέλεσμα αλλά γίνεται και κάτι πιο σημαντικό. Μπορούν  μέσα από την Βιωματική προσέγγιση και την ομαδοκεντρική διαδικασία να επιλέξουν τα κατάλληλα συνοδευτικά οργανάκια που θα ταιριάζουν περισσότερο στην δυναμική του έργου. Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να επισημάνουμε την σημαντικότητα της δραματοποίησης του μουσικού έργου σε συνδυασμό των μουσικών οργάνων με τις κινήσεις του σώματος. (Φαντασθείτε οι μαθητές να ακούνε μια Marcia Triomfale Tannhauser  και ένα πένθιμο εμβατήριο. Και τι μπορεί να κάνουν π.χ. σε μια παρέλαση με αφετηρία το άκουσμα σε συνδυασμό με τα κρουστά τους μουσικά όργανα). Τι επιτυγχάνουμε:
 α)  την ακουσματική τους ενσωμάτωση με το έργο
 β) την ρυθμική προσέγγιση που θα αισθανθούν βαδίζοντας και  παίζοντας ρυθμικά.

Ένα άλλο σημαντικό εργαλείο στην ακρόαση είναι και το οπτικό υλικό το οποίο θα μπορούσε να προβληθεί παράλληλα με το άκουσμα.
ΑΚΡΟΑΣΗ + ΟΠΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ: Συγκεκριμένα αναφέρεται η χρήση εικόνων, σλάιντς και βιντεοταινιών ειδικά όταν η μουσική είναι περιγραφική.

ΠΩΣ ΜΠΟΡΟΥΝ ΟΙ ΜΑΘΗΤΕΣ ΝΑ ΑΠΟΚΤΗΣΟΥΝ ΚΑΤΑΛΛΗΛΕΣ  ΓΝΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΠΟΥ ΘΑ ΑΚΟΥΣΟΥΝ;
Ακούν το έργο ή απόσπασμα του έργου που θα επεξεργασθούμε , μερικές φορές.
Κάθε φορά η προσοχή τους θα πρέπει να στρέφεται σε διαφορετικά στοιχεία του έργου.
Έτσι σιγά –σιγά οι μαθητές  ανακαλύπτουν στο έργο και νέα στοιχεία τα οποία θα τους οδηγήσουν στην ικανοποίηση, τη χαρά και την αισθαντική συγκίνηση που προσφέρει η μουσική. Ο εκπαιδευτικός θα πρέπει να γνωρίζει ότι η ακρόαση έργων μουσικής πρέπει να γίνεται με τρόπο φυσικό και αβίαστο, έτσι που να προκαλεί το ενδιαφέρον των παιδιών και να μην γεννά την ανία και την αποστροφή.

Τα παιδιά ευχαριστιούνται να ακούνε μουσική που έχει μερικά από τα παρακάτω χαρακτηριστικά:
· παρακινεί σε κίνηση
· δημιουργεί  καθαρή και σαφή ψυχική διάθεση
· έχει μελωδίες που εύκολα τραγουδιούνται
· συνδυάζει όμορφα ηχοχρώματα
· συνδυάζεται με μια ιστορία ή  φέρνει ένα μήνυμα.

Εδώ θα πρέπει να γίνει ξεκάθαρο ότι ο εκπαιδευτικός θα πρέπει να είναι ενημερωμένος για την ποικιλία της μουσικής που ακούγεται στο περιβάλλον των παιδιών όπως η λαϊκή μουσική, η παραδοσιακή μουσική, η ποπ μουσική, κ.λπ . Όλα αυτά είναι καλό να ακούγονται μέσα στην τάξη με κριτικό και συγκριτικό  πνεύμα και να ξεχωρίζεται το έργο ποιότητας από το ασήμαντο και κακότεχνο. Αρκετά  από αυτά που αναφέρθηκαν και αναλύθηκαν σ’ αυτό το δοκίμιο έχουν δοκιμαστεί με μικρή ή μεγάλη επιτυχία μέσα στην σχολική τάξη.

Παραμένει πάντα όμως ο εξής προβληματισμός: « Ποιος  είναι ο τελικός σκοπός όλης αυτής της διαδικασίας που συνοπτικά αναφέρθηκε;»  Σε καμία περίπτωση λοιπόν δεν επιδιώκεται οι μαθητές  να αναθεματίσουν το οποιοδήποτε είδος μουσικής και να ακούνε μόνο αυτό που ονομάζουμε Κλασική Μουσική. Δεδομένου του γεγονότος ότι στην εφηβική ηλικία,  ασχέτως το τι ακούνε τα παιδιά δεν έχουν ακόμα καταλήξει στο ακριβές μουσικό είδος που απόλυτα τους εκφράζει, είναι μια ευκαιρία μέσα στην ακουστική γκάμα που μπορεί να δημιουργηθεί στην σχολική τάξη να ορισθούν κάποια στοιχεία αυτής της μουσικής. Όμως ούτε αυτό μπορεί να είναι ο τελικός σκοπός. Ο τελικός σκοπός είναι πιο γενικός και είναι η  συμβολή μας στην συναισθηματική εκπαίδευση. (Η συναισθηματική εκπαίδευση αναφέρεται σε όλες τις ικανότητες που αποτελούν τη συναισθηματική νοημοσύνη. Δηλαδή να αναπτυχθεί η ικανότητα του ατόμου να εκφράζει και να διαχειρίζεται τα συναισθήματά του , να αντιμετωπίζει δημιουργικά τις αντιξοότητες και να επιδεικνύει κατανόηση προς άλλους. Η συναισθηματική νοημοσύνη περιλαμβάνει ιδιότητες όπως αυτογνωσία, αυτοπεποίθηση, αυτοέλεγχο). Οι  παραπάνω ιδιότητες αλλά και άλλες όπως η δημιουργική φαντασία, η αυτοεκτίμηση, σε συνδυασμό με την βιωματική έκφραση μπορούν να μας οδηγήσουν να πάμε μαζί με τους μαθητές μας ένα βήμα πιο κάτω.



5) Τα μουσικά παιχνίδια είναι δραστηριότητες που οργανώνονται για ψυχαγωγικούς και ψυχοκινητικούς σκοπούς και εμπλέκουν κίνηση και μουσική. Γνωστά τέτοια παιχνίδια είναι οι ‘μουσικές καρέκλες’, η ‘βάρκα βαρκούλα’, το ‘περνά περνά η μέλισσα’ κ.α. Αυτά τα παιχνίδια εξυπηρετούν βέβαια πάντα και κοινωνικούς σκοπούς, συμβάλλουν δηλαδή στην κοινωνικοποίηση των παιδιών εφόσον ο ρόλος του άλλου είναι σημαντικός, και χωρίς να συνεργαστεί δεν μπορεί να παίξει. Σε παιδιά 3 και 4 ετών τα μουσικά παιχνίδια έχουν πολύ πιο απλή μορφή και λιγότερες απαιτήσεις απ’ ότι εκείνα που οργανώνονται σε 5χρονα. Π.χ. Στα 3χρονα μπορούμε να ζητήσουμε να χτυπάνε το τριγωνάκι 2 φορές με τη σειρά  ή να χτυπάνε παλαμάκια όταν ακούνε μαράκες, ή να μένουν ακίνητα στο άκουσμα του μεταλλόφωνου. Αλλά αυτά δεν τους ζητάμε να τα κάνουν στο ίδιο παιχνίδι γιατί δεν είναι δυνατόν να θυμούνται 3 πράγματα μαζί. Αντίθετα στα 5χρονα μπορούμε να ζητήσουμε κάτι τέτοιο. Όσο πιο μεγάλο είναι το παιδί τόσο αυξάνεται η πρόκληση.

            Για να κάνουμε, λοιπόν, σωστή επιλογή, πρέπει να υπολογίσουμε τα χαρακτηριστικά και τον τύπο της ομάδας με την οποία εργαζόμαστε. Τα κριτήρια είναι: μέγεθος και σύνθεση της ομάδας, ηλικία αυτών που συμμετέχουν, επίπεδο ενδιαφέροντος προς τη μουσική, κοινωνικό επίπεδο, φυσική κατάσταση και διανοητικό επίπεδο. Είναι προφανές, για παράδειγμα, ότι δε θα πρέπει να ξεκινήσουμε με παιχνίδια βασισμένα στη συγκέντρωση σε μια ομάδα πολύ μικρών παιδιών. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις τα παιχνίδια δράσης και κίνησης ταιριάζουν καλύτερα, τουλάχιστον για την αρχή. Για την επιλογή ενός παιχνιδιού είναι καθοριστικοί διάφοροι εξωτερικοί παράγοντες όπως π.χ. η ώρα της ημέρας που θα γίνει το παιχνίδι (θα είναι μια κουραστική μέρα ή όχι), οι δυνατότητες του χώρου καθώς και τα μέσα που έχουμε στη διάθεσή μας. Ακόμη πρέπει να υπολογίσουμε τη δομή του ίδιου του παιχνιδιού και την ψυχολογική κατάσταση της ομάδας. Ως προς το θέμα της δομής υπάρχουν 2 μεγάλες κατηγορίες: Τα ανοιχτά και τα κλειστά παιχνίδια. Τα κλειστά έχουν σταθερή και αυστηρή δομή με ακριβείς κανόνες που δεν μπορούμε να τους παραβούμε. Ταιριάζουν καλύτερα στα μικρά παιδιά που έχουν ανάγκη από συγκεκριμένα όρια. Τα ανοιχτά παιχνίδια έχουν μεγαλύτερη ελαστικότητα. Αυτός ο τύπος παιχνιδιών δίνει περισσότερες δυνατότητες για ατομική συμμετοχή. 

Για ένα μουσικό παιχνίδι δεν είναι απαραίτητο να έχουμε μουσική. Μπορεί να έχουμε μόνο ήχους. Π.χ. στο παιχνίδι ‘μουσική μνήμη’ κάθε παιδί βγάζει έναν ήχο (ας πούμε χτυπάει μια φορά το τραπέζι). Το επόμενο παιδί βγάζει τον ήχο του προηγούμενου συν έναν δικό του (χτυπάει μια φορά το τραπέζι και μετά παλαμάκια). Το τρίτο παιδί θυμάται τους ήχους των προηγούμενων και προσθέτει έναν δικό του (χτυπάει το τραπέζι, μετά παλαμάκια, και μετά ένα χτύπημα στο ξυλόφωνο), κ.ο.κ.

Εκτός από ήχους μπορεί να έχουμε τραγούδι των ίδιων των παιδιών όπως στο ‘περνά περνά η μέλισσα.’ Μπορεί να έχουμε ένα συγκεκριμένο τραγούδι στο κασετόφωνο όπως στο παιχνίδι ‘βάρκα βαρκούλα’ ακούγεται το παιχνιδοτράγουδο  ‘ψαράς’.

Ένα μουσικό παιχνίδι έχει δομή πάντα, δηλαδή αρχή, μέση και τέλος. Δεν ξεκινάμε απότομα δίνοντας οδηγίες στα παιδιά. Ξεκινάμε με αφόρμηση, δηλαδή εισαγωγή-προετοιμασία των παιδιών. Πριν παίξουμε προετοιμάζουμε τα παιδιά γι αυτό που θα ακολουθήσει διαβάζοντας ένα παραμύθι, συζητώντας για το θέμα του παιχνιδιού στον κύκλο, γενικά με οποιοδήποτε τρόπο μπορούμε να προκαλέσουμε το ενδιαφέρον τους ώστε να εισαχθούν ομαλά στο παιχνίδι. Η αφόρμηση συνήθως παραλείπεται στα πολύ μικρά παιδιά του παιδικού σταθμού όπου γίνεται κυρίως φύλαξη. Αλλά είναι απαραίτητη στο νηπιαγωγείο.

Ακολουθεί, ως κυρίως μέρος, η δραστηριότητα που πρέπει να είναι κοντά στα ενδιαφέροντα και τα βιώματα των παιδιών και να τα διασκεδάζει. Αν δεν δείχνουν ενδιαφέρον δεν κάνουμε τη δραστηριότητα μόνο και μόνο επειδή την έχουμε προγραμματίσει εμείς. Φυσικά πάντα δίνονται απλές οδηγίες του παιχνιδιού και με κατανοητό τρόπο στα παιδιά, αλλιώς δεν έχει νόημα η οποιαδήποτε προσπάθεια αν δεν έχουν καταλάβει πώς παίζεται το παιχνίδι.

Ακολουθεί η αξιολόγηση που γίνεται πάντα από την παιδαγωγό και απαιτεί να απευθύνει ερωτήσεις στον εαυτό της σχετικά με την επιτυχία της δραστηριότητας που μόλις έγινε. Π.χ ανταποκρίθηκαν τα παιδιά; Τους άρεσε το παιχνίδι; Τι θα μπορούσα να κάνω διαφορετικά την επόμενη φορά; Καταγράφει τις απαντήσεις για να ανατροφοδοτεί τη δράση της. Αν έχει 5 ετών παιδιά ρωτάει και τα ίδια αν τους άρεσε, τι τους άρεσε κλπ. Τα πιο μικρά δεν έχουν αναπτύξει αρκετά τη γλωσσική τους έκφραση και την κριτική ικανότητα ώστε να απαντήσουν σε τέτοιου είδους ερωτήσεις.

Έχουμε εδώ και την αυτοαξιολόγηση της παιδαγωγού όταν τελειώσουν όλα τα παραπάνω βήματα. Κάνει αυτοκριτική, αν έκανε όσο καλύτερα μπορούσε τη δουλειά της, τι υλικά χρησιμοποίησε, πώς φέρθηκε στο κάθε παιδί  κλπ. 


6)  Οι μελωδικές και ρυθμικές επενδύσεις είναι κάτι που δεν μπορεί να λείπει από κανένα νηπιαγωγείο. Λίγο πολύ όλες οι παιδαγωγοί εφαρμόζουν την παθητική μουσική ακρόαση όταν βάζουν στο κασετόφωνο μια οποιαδήποτε μελωδία ενώ τα παιδιά ζωγραφίζουν, την ώρα του πρωινού, μετά από μια κουραστική ψυχοκινητική δραστηριότητα για να ηρεμίσουν κλπ. Τότε έχουμε μελωδική επένδυση. Δεν αποκλείεται βέβαια να έχουμε μελωδική επένδυση σε μια ενεργητική ακρόαση, όταν καλούνται τα παιδιά να ξεχωρίσουν πότε ακούνε βιολί και πότε πιάνο μέσα σε μια μελωδία, όταν ακούγοντάς την κλείνουν τα μάτια και επινοούν μια ιστορία που θα διηγηθούν μετά στους άλλους, όταν ‘παίζουν’ το δικό τους αυτοσχέδιο θεατρικό υπό τους ήχους της μελωδίας κλπ.
[Στη μουσική, μελωδία λέγεται η σειρά από νότες διαφορετικής αξίας και διαφορετικής οξύτητας που τις τραγουδάμε ή τις παίζουμε με τα διάφορα μουσικά όργανα. Ρυθμός είναι η σειρά από νότες με τις διαφορετικές αξίες τους οι οποίες αποτελούν ένα μουσικό κομμάτι.]

            Η ρυθμική επένδυση έχει συνδυαστεί με την ενεργητική ακρόαση. Εδώ ανήκουν τα παιχνιδοτράγουδα και οποιοδήποτε άλλο άκουσμα δίνει στα παιδιά την ευκαιρία να εκφραστούν με το σώμα τους. Χρησιμοποιώντας τον ρυθμό που έχουν οι λέξεις αλλά και με ρυθμικά χτυπήματα, βοηθάμε τα παιδιά να αναπτύξουν την αίσθηση του ρυθμού και το ρυθμικό τους λεξιλόγιο, αυξάνοντας ταυτόχρονα και την συγκέντρωση τους για ακρόαση. Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε και κατάλληλες καρτέλες.

Η ρυθμική αγωγή  που απευθύνεται στο παιδί σαν σύνολο σωματικό, ψυχικό και πνευματικό, σπάει τα δεσμά των γυμναστικών  ασκήσεων, των συγκεκριμένων τεχνικών χορού (μπαλέτο κ.α.) ή των μιμητικών κινήσεων που συνοδεύουν τα παιδικά τραγούδια. [Στη μουσική, ρυθμική αγωγή (tempo) ονομάζεται ο βαθμός βραδύτητας ή ταχύτητας με τον οποίο εκτελούμε ένα μουσικό κομμάτι]. Η ρυθμική παίρνει την έννοιά της από τη λέξη ρυθμός. Ο ρυθμός δεν είναι κάτι αφηρημένο, είναι η ίδια η ζωή. Ο ρυθμός είναι η δύναμη που ενώνει την φωνή, τη μουσική και την κίνηση. Σε αυτή την πρωταρχική αλήθεια έχουν στηριχθεί όλα τα μουσικοκινητικά συστήματα. Το κάθε μουσικοκινητικό σύστημα διέπεται από κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που αφορούν τον τρόπο προσέγγισης των δύο αυτόνομων τεχνών, της Μουσικής και της Κίνησης. Με τη  ρυθμική αγωγή προσεγγίζουμε το ρυθμικό στοιχείο που διέπει τη ζωή μας, ενώ μας φέρνει σε επαφή με τον κόσμο των αισθητικών μορφών. Η σημασία της ρυθμικής είναι καθοριστική για την ανάπτυξη του παιδιού της προσχολικής ηλικίας διότι παρέχεται στο παιδί η δυνατότητα να βιώσει το ρυθμό, δηλαδή τη δύναμη που ενώνει τη φωνή, τη μουσική και την κίνηση. Έτσι αναπτύσσει τις μουσικές και κινητικές δεξιότητές του, ενώ παράλληλα κοινωνικοποιείται, εκτονώνεται και χαλαρώνει μέσα από τον αυτοσχεδιασμό, τη δημιουργία και τη συνεργασία.

Καθήκον της παιδαγωγού είναι να ευαισθητοποιήσει τα παιδιά ως προς την έννοια του ρυθμού. Γι αυτό το επίπεδο που θα χουν οι ασκήσεις ευαισθητοποίησης πρέπει να φροντίσει να καθορίζεται από την ηλικία και το βαθμό εξοικείωσης των παιδιών με το ρυθμό. Παραδείγματα τέτοιων ασκήσεων είναι: για αρχή οι απλές ζωηρές κινήσεις σε «καθρέφτη» και στη συνέχεια σε «ηχώ». Καθισμένα τα παιδιά σε κύκλο με ένα μικρό κρουστό το καθένα, λένε διαδοχικά το όνομά τους χτυπώντας ανάλογα το μουσικό όργανο που κρατάνε. Κάθε παιδί προτείνει ένα απλό και μικρό μοτίβο με το όργανό του και όλη η ομάδα απαντά κάθε φορά σε «ηχώ». Ένα παιδί κινείται ελεύθερα στη μέση του κύκλου και τα υπόλοιπα το συνοδεύουν ηχητικά με τα όργανά τους. Τα παραδείγματα σταματούν εκεί που τελειώνει η φαντασία μας. 


7) Η μίμηση και η δραματοποίηση είναι επίσης βασικά στοιχεία της μουσικοκινητικής αγωγής. Με τη μίμηση το παιδί μπαίνει στον κόσμο των ενηλίκων καθώς αντιγράφει τις κινήσεις των μεγάλων και τη συμπεριφορά τους. Όλα τα παιδιά μιμούνται τον τρόπο που στέκεται η δασκάλα, η μαμά, τον τρόπο που μιλάνε κλπ. Γι αυτό είναι τόσο σημαντικό τα πρότυπά του να δίνουν το καλό παράδειγμα. Π.χ Η παιδαγωγός ή και η μαμά τους, τους λέει ότι είναι βλαβερό να καπνίζουν, είναι κακή συνήθεια και τους μιλούν για το κακό που κάνει ένα τσιγάρο στο σώμα τους, αλλά όταν κάνουν διάλειμμα τρέχει η παιδαγωγός στην αυλή να ανάψει τσιγάρο! Τα παιδιά στο διάλειμμα τη βλέπουν να καπνίζει, ενώ η ίδια τους έλεγε πριν λίγο ότι δεν πρέπει να το κάνουν! Εκτός του ότι χάνει την αξιοπιστία της ως παιδαγωγός και το σεβασμό των παιδιών, το σημαντικό είναι ότι τα παιδιά, που μιμούνται όσα κάνουν οι μεγάλοι, παίρνουν το  αντίθετο μήνυμα απ’ αυτό που ήθελε να τους περάσει η παιδαγωγός. Γιατί οι πράξεις μιλούν κι επηρεάζουν περισσότερο από τις λέξεις. Τόσο σημαντική είναι ‘η μίμηση’ γενικά.

Μιμική είναι η τέχνη του να περιγράφονται καταστάσεις ή και να εκφράζονται σκέψεις ή συναισθήματα με τη γλώσσα του προσώπου, του σώματος, των κινήσεων και των χειρονομιών. Είναι στοιχειώδης γλώσσα για το παιδί και αποτελεί κύριο μέσο επικοινωνίας με το περιβάλλον του. Τα παιδιά ενθαρρύνονται να χρησιμοποιούν και τη φαντασία τους. Μπορεί να προτείνουν μόνα τους τις κινήσεις που να έχουν και μιμητικό χαρακτήρα .π.χ. κινήσεις ζώων, πουλιών ανθρώπινων χαρακτήρων ή και ήχους μηχανών π.χ τρένο, αεροπλάνο.

Κατά τη μίμηση προσεγγίζουν το περιεχόμενο του τραγουδιού με κινήσεις και ήχους που πλησιάζουν την πραγματικότητα. Π.χ. μιμούνται φωνές και κινήσεις ζώων σύμφωνα πάντα με το τραγούδι που τους δίνουμε. Ένα παράδειγμα τέτοιων απλών τραγουδιών είναι ‘το βατραχάκι’: ‘Ένα βατραχάκι τόσο δα μικρό, τι βουτιές που κάνει μέσα στο νερό’, ή ‘το αρκουδάκι’:
‘Αρκουδάκι μικρό και παχουλό
πάει να περπατήσει μέσα στον αγρό
όλα ειν’ ωραία, γύρω τα κλαριά
θέλει να τα πιάσει μακατρακυλά.
Τραλαλά, μα κατρακυλά,
Τραλαλά, μα κατρακυλά’.
Και άλλα παρόμοια που συνήθως έχουν ως ήρωες ζωάκια ώστε τα παιδιά να ‘παίζουν’ εύκολα το βατραχάκι ή το αρκουδάκι κλπ κάνοντας ό,τι λέει το τραγούδι, δηλαδή να μιμούνται τις κινήσεις των ζώων.

            Η μιμική / παντομίμα, όπως και η εκφραστική κίνηση, συνδέεται με τη σιωπηλή δραματοποίηση. Έμφαση δίνεται  στους  μορφασμούς  του προσώπου και τις ακριβείς χειρονομίες που γίνονται αντικείμενο μίμησης. Το σώμα το ίδιο είναι αυτό που πρέπει να τραβήξει την προσοχή του κοινού και όχι τα σκηνικά.

Η δραματοποίηση απ’ την άλλη μεριά, έχει το στοιχείο του αυτοσχεδιασμού. Είναι δράση ποιητική που προτρέπει σε δημιουργικότητα. ’Δραματοποιούμε’ ένα τραγούδι όταν το ζωντανεύουμε παίρνοντας ο καθένας ένα ρόλο κι αυτοσχεδιάζοντας, ή ακόμα στήνοντας μια μικρή θεατρική παράσταση. Δραματοποίηση είναι ένα είδος παιχνιδιού προσποίησης, όπου τα παιδιά χρησιμοποιούν αντικείμενα και υποδύονται ρόλους άλλοτε με φανταστικό και άλλοτε με πιο ρεαλιστικό τρόπο. Η ομαδική δραματοποίηση που ονομάζεται και κοινωνική δραματοποίηση, είναι ένα είδος εξεζητημένου παιχνιδιού για τα μικρότερα παιδιά. Στην κοινωνική δραματοποίηση τα παιδιά σκέφτονται, μιλούν και δρουν συμβολικά και πάντα σε σχέση με τους άλλους. Κάθε παιδί που συμμετέχει σε ένα παιχνίδι κοινωνικής δραματοποίησης είναι υποχρεωμένο να προσαρμόσει αυτά που λέει ή κάνει ανάλογα με τη στάση του συμπαίκτη του. Παρέχει στα παιδιά τα θεμέλια πάνω στα οποία θα στηρίζουν μια σειρά δεξιοτήτων που θα χρειαστούν αργότερα στη ζωή τους. Γενικά, η δραματοποίηση έχει πλεονεκτήματα: στη γνωστική ανάπτυξη, την κοινωνική και συναισθηματική, τη σωματική, γλωσσική ανάπτυξη, και βέβαια στη δημιουργικότητά τους